Τριγυρνάω ανέμελη σε δρόμους, σε στενά, όταν ξάφνου εμφανίζεται μπροστά μου μια
μισοφαγωμένη, ξύλινη πόρτα.
Έχει κρεμασμένη στο χερούλι της μια φθαρμένη επιγραφή που λέει «είσοδος της ευτυχίας, της επιτυχίας, της αγάπης, της αρμονίας».
Είναι τόσο εύκολο, σκέφτομαι.
Προχωρώ με ένα ανυπόμονο χαμόγελο.
Θα την ανοίξω και μετά η ονειρεμένη ζωή θα είναι στα χέρια μου.
Όλα θα ήταν τόσο εύκολα αλλά μια σκιά με εμποδίζει, μια φιγούρα στέκεται μπροστά μου και σταματάει κάθε μου κίνηση, ακολουθεί κάθε μου βήμα.
Προσπαθώ να την ξεγελάσω, εφευρίσκω φαντασμαγορικά τεχνάσματα να την αποφύγω αλλά αυτή εκεί, παραμένει ακούνητη μπροστά μου.
Απογοητεύομαι.
Στέκομαι παράμερα μήπως και φύγει, μήπως και ελευθερώσει το δρόμο μου, μάταια.
Ή φιγούρα είναι εκεί.
Σηκώνω το κεφάλι να δω το πρόσωπο του ανθρώπου που μου στερεί όλα αυτά για τα οποία πασχίζω και που τόσο εύκολα μου δίνονται με ένα άνοιγμα μιας πόρτας και παγώνω.
Τα μάτια του είναι τόσο οικεία, το πρόσωπό του γνωστό από τότε που με θυμάμαι.
Έχει το δικό μου βλέμμα έχει το δικό μου πρόσωπο.
Ή πόρτα έχει καθρέφτη.
Το εμπόδιο της ευτυχίας μου είμαι εγώ.
Ίσως πάντα να ήμουν εγώ, ίσως πάντα να υπολόγιζα ανύπαρκτες φιγούρες, φανταστικούς εχθρούς.
Σπάω τον καθρέφτη.
Τάμι Γκεκτσιάν