Ίσως να έχετε ακούσει τη φράση: «Δεν είμαστε μόνο αυτό που τρώμε, αλλά αυτό που μπορούμε να πέψουμε και να αφομοιώσουμε», μια φράση η οποία αποτυπώνει την ικανότητα (ή μη) του σώματος μας να αξιοποιεί-μεταβολίζει αποτελεσματικά όλα τα θρεπτικά συστατικά τα οποία λαμβάνει μέσω της διατροφής.
Με μια διεξοδική μελέτη, μπορούμε να ανακαλύψουμε ότι τις περισσότερες φορές οι ανεπάρκειες των θρεπτικών συστατικών (όπως για παράδειγμα ο Σίδηρος), δεν αποτελούν σύμπτωμα ανεπαρκούς διαιτητικής πρόσληψης, όπως θεωρείται γενικά, αλλά προκύπτουν ως αποτέλεσμα της διαταραχής κάποιων από τους μεταβολικούς μηχανισμούς των κυττάρων (περισσότερα σε μελλοντικά άρθρα).
Με άλλα λόγια, δεν έχει ιδιαίτερη σημασία αν το προτιμώμενο τρόφιμο μας αποτελεί ένα σύγχρονο “superfood”, ή αν περιέχει μεγαλύτερη, ή μικρότερη ποσότητα ενός θρεπτικού συστατικού συγκριτικά με ένα άλλο τρόφιμο, αλλά μας ενδιαφέρει η πραγματική και μετρήσιμη ικανότητα της απορρόφησης-αφομοίωσης και διαχείρισης των συστατικών του, με απώτερο σκοπό τη μέγιστη κυτταρική ενυδάτωση και θρέψη το σώματος.
Το φαινόμενο αυτό θα το συναντήσουμε ιδιαίτερα στις ανεπτυγμένες κοινωνίες-χώρες, όπου παρόλη την πλήρη επάρκεια τροφίμων-ποτών και της τήρησης των ισορροπημένων γευμάτων, ο επιπολασμός των ελλείψεων και ανεπαρκειών σε θρεπτικά συστατικά αυξάνεται διαρκώς! Γιατί άραγε;
Σε πρόσφατη εργασία μου η οποία βαθμολογήθηκε με άριστα (10), προσπάθησα να αποτυπώσω μερικούς από αυτούς τους εναρκτήριους μηχανισμούς που αφορούν το πεπτικό μας σύστημα, όπως αυτοί διατυπώνονται στην επιστημονική βιβλιογραφία.
Σε μελλοντικά κείμενα θα αφιερώσουμε χρόνο στη μελέτη αυτών μηχανισμών, οι οποίοι αφορούν:
- Τα ασθενή οξέα στομάχου.
- Τη χαμηλή εκκριτικότητα της χολής.
- Την ικανότητα επαρκούς έκκρισης πεπτικών ενζύμων.
- Τη διαταραχή λειτουργικότητας της ειλεοκολικής βαλβίδας.
Σαββας Τσανασίδης