Δηλαδή αν αυτή τη στιγμή ανατρεπόταν αυτή η κυβέρνηση, η λεγόμενη κυβέρνηση, τι θα προκύψει;
Άλλη μια κυβέρνηση με τα ίδια πάλι, με το ίδιο στήσιμο, με τα ίδια πράγματα; Εγώ βρίσκομαι στην άλλη όχθη! Δεν γουστάρω αυτό το σύστημα, δεν γουστάρω καπιταλισμό, δεν γουστάρω νεοφιλελευθερισμό, δε γουστάρω συγκεντρωτισμό, δε γουστάρω αυτά τα πράγματα! Θέλω μικρές κοινότητες, αυτόνομες, σε ανθρώπινα μέτρα να μπορέσουμε να ζήσουμε σαν άνθρωποι. Έχω μια άλλη λογική, μια άλλη αντίληψη για το πώς οργανώνεται η κοινωνία.
Ξέρω πια τι σημαίνει πολιτική. Δεν γίνεται. Κατ' αρχήν στην Ελλάδα δεν έχουμε το στοιχειώδες. Δεν έχουμε έναν στοιχειώδη πολιτικό πολιτισμό, γιατί αυτά τα καθίκια δεν μπορούν να τα βρουν μεταξύ τους. Η πατρίδα κινδυνεύει, η πατρίδα βουλιάζει, και πολεμάν σαν κατίνες ο ένας τον άλλον, εσύ έκανες εκείνο στο αυτό κι εσύ έκανες το άλλο. Δεν έχουν την παλικαριά, την εντιμότητα να κάτσουν σε ένα τραπέζι και να αφήσουν τις κατινιές στην άκρη και να κουβεντιάσουν. Είναι τυχαίο; Μα ένας δεν αυτοκτόνησε απ' αυτούς εδώ τριανταπέντε χρόνια; Ένας δεν ζήτησε συγγνώμη, ένας δεν παραιτήθηκε;
Γι αυτό λέω, ότι είναι πρόβλημα συνείδησης και όχι ιδεολογίας; Είναι πρόβλημα συμπεριφοράς κι όχι ιδεολογίας.
Και δυστυχώς, πιστεύω, ότι εμείς ήμασταν οι... τελευταίοι των Μοικανών. Σε εμάς το σύστημα ασκούσε σωματική βία, μας έκλεινε φυλακή, μας βασάνιζε, μας χτυπούσε για να μας υποτάξει. Για τις σημερινές γενιές είναι πιο δύσκολα. Τους κάνουν λοβοτομή, τους απορροφά το σύστημα συνεχώς μέσα στη μηχανή του κέρδους, δεν τους αφήνει περιθώρια ούτε να οραματιστούν, ούτε να φανταστούν, τους αφαιρεί την κριτική σκέψη. Την ψυχή!
Κι ας είμαστε η χώρα των μεγάλων ποιητών. Κανένας λαός δέκα εκατομμυρίων δεν έχει τρία νόμπελ και ένα βραβείο Λένιν. Και μάλιστα, θα υπήρχαν κι άλλοι που θα έπρεπε να πάρουν το νόμπελ και δεν το πήραν... αλλά τέλος πάντων.
Τολμάτε ρε, τολμάτε! Γράψτε αυτό που θέλετε, αυτό που σκέφτεστε. Εγώ έγραφα, κι έγραφα με την ψυχή, κι όταν με είπαν συγγραφέα πρώτη φορά τα 'χασα! Μα, σοβαρά μιλάτε ρε παιδιά, συγγραφέας; Δεν είχα καμία τέτοια πρόθεση απλά στις παρέες, στον κήπο τους έλεγα ιστορίες και μου έλεγαν, ρε Χρόνη γιατί δεν τα γράφεις αυτά τα πράγματα; Κι έτσι βγήκε.
Γιατί τα βιώματα ήταν ουσιαστικά. Κατάλαβες; Ζούσαμε. Είχε συνέχεια η ζωή μας, δεν ήταν αυτή η γκρίζα καθημερινότητα, αλλά ήταν μεγάλο κατόρθωμα να παραμείνεις άνθρωπος.
Ήταν πολύ σημαντικό να μπορείς να κοιτάξεις τη μάπα σου το πρωί στον καθρέφτη και να πεις, «είμαστε εντάξει ρε μάγκα, πάμε». Δεκαεφτά χρονών παιδί ήμουν και καταδικασμένος για θάνατο, κι εγώ τους έγραφα... Τώρα, βέβαια, λέω για "τί";