Η αποανάπτυξη είναι ένα σλόγκαν, μια λέξη «βόμβα». Σκοπός της είναι να πυροδοτήσει μια συζήτηση σχετικά με την διάγνωση και την πρόγνωση της κοινωνίας μας.
Η «αποανάπτυξη» ξεκίνησε από ακτιβιστές το 2001, μα γρήγορα αποτέλεσε το ερμηνευτικό πλαίσιο για ένα νέο κοινωνικό κίνημα στο οποίο συγκλίνουν πολλά ρεύματα κριτικών ιδεών και πολιτικής δράσης. Αποτελεί μια προσπάθεια επαναπολιτικοποίησης των συζητήσεων γύρω από τις επιθυμητές κοινωνικό-περιβαλλοντικές προοπτικές και ένα παράδειγμα μιας επιστήμης εμπνευσμένης από τον ακτιβισμό που τώρα εδραιώνεται ως έννοια και στην ακαδημαϊκή βιβλιογραφία. Το κεφάλαιο αυτό συζητά τον ορισμό, την προέλευση, την εξέλιξη, τις πρακτικές και τη δομή της αποανάπτυξης. Ο κύριος σκοπός του είναι να εξηγήσει τις πολλαπλές θεωρητικές πηγές και στρατηγικές της αποανάπτυξης έτσι ώστε να βελτιώσουμε τον βασικό της ορισμό και να αποφύγουμε απλουστευτικές κριτικές και παρανοήσεις. Για αυτόν τον σκοπό το κεφάλαιο παρουσιάζει τις βασικές θεωρητικές πηγές έμπνευσης της αποανάπτυξης, τις ποικίλες στρατηγικές της (συγκρουσιακός ακτιβισμός, διαμόρφωση εναλλακτικών λύσεων και πολιτικών προτάσεων) καθώς και τους δρώντες (ακτιβιστές, επιστήμονες και αυτούς που ζούνε την αποανάπτυξη). Τέλος το κείμενο υποστηρίζει ότι η ποικιλομορφία του κινήματος δεν αναιρεί την ύπαρξη μια κοινής πορείας
1. Εισαγωγή
Η αποανάπτυξη («décroissance» στα γαλλικά) ξεκίνησε στις αρχές του 21ου αιώνα σαν μια πρωτοβουλία για την εθελοντική συρρίκνωση της παραγωγής και της κατανάλωσης με στόχο την κοινωνική και οικολογική βιωσιμότητα. Γρήγορα έγινε ένα σύνθημα ενάντια στην οικονομική ανάπτυξη (Bernard et al· 2003) και εξελίχθηκε σε ένα κοινωνικό κίνημα. Ο όρος επίσης εισχώρησε σε ακαδημαϊκά έντυπα και τουλάχιστον πέντε ειδικά τεύχη έχουν αφιερωθεί στο θέμα τα τελευταία τέσσερα χρόνια (Fournier 2008,Kallis et al. 2010, Victor 2010, Kallis et al 2013, Cattaneo et al. 2012, Sekulova et al 2013, Saed 2012). Η αποανάπτυξη έχει επίσης αναφερθεί και αναλυθεί από Γάλλους και Ιταλούς πολιτικούς και πολλές γνωστές εφημερίδες όπως οι Le Monde, Le Monde Diplomatique, El Pais, the Wall Street Journal και Financial Times. Μέσα στην σύντομη ζωή της η αποανάπτυξη έχει υποστεί αποκλίνουσες και συχνά απλουστευτικές ερμηνείες. Το άρθρο αυτό απο- σκοπεί στο να βελτιώσει τον βασικό ορισμό της αποανάπτυξης και ταυτόχρονα να αποσαφηνίσει πιθανές παρανοήσεις όσον αφορά την έννοια της. Για αυτό τον σκοπό παραθέτουμε μια σύντομη ιστορία της αποανάπτυξης και μια περιεκτική περιγραφή των θεωρητικών πηγών και στρατηγικών, τονίζοντας ταυτόχρονα τη σημασία της ως κοινωνικό κίνημα.
Σε αντίθεση με τη βιώσιμη ανάπτυξη η οποία βασίζεται σε μια λανθασμένη συναίνεση (Hornborg 2009), η αποανάπτυξη δεν φιλοδοξεί να υιοθετηθεί ως κοινός στόχος από τον ΟΟΣΑ ή την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η ιδέα της «κοινωνικά βιώσιμης αποανάπτυξης» (Schneider et al 2010), ή απλά αποανάπτυξης, γεννήθηκε σαν μια πρόταση για ριζική αλλαγή. Το σύγχρονο πλαίσιο του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού έχει δημιουργήσει μια μεταπολιτική κατάσταση, δηλαδή έχει επικρατήσει ένας πολιτικός σχηματισμός ο οποίος αποκλείει την πολιτική σκέψη και αποτρέπει την πολιτικοποίηση συγκεκριμένων αιτημάτων (Swyngedouw 2007). Μέσα σε αυτό το πλαίσιο η αποανάπτυξη είναι μια προσπάθεια για την επαναπολιτικοποίηση της συζήτησης σχετικά με τον αναγκαίο κοινωνικό-οικολογικό μετασχηματισμό. Επιβεβαιώνει την απόκλιση της από τις επικρατούσες αναπαραστάσεις του σύγχρονου κόσμου και αναζητά εναλλακτικές λύσεις. Σύμφωνα με τα παραπάνω, η αποανάπτυξη αποτελεί κριτική στην παρούσα ηγεμονία της ανάπτυξης (Rist 2008). Οι πρώτες κριτικές για τη δυτική αντίληψη περί ανάπτυξης (παγκόσμια ομοιόμορφη ανάπτυξη) ξεκίνησε από συγγραφείς όπως οι Arturo Escobar και Wolfgang Sachs, μεταξύ άλλων, τη δεκαετία του 1980. Η αποανάπτυξη επίσης αντιπαρατίθεται με τις ιδέες της «πράσινης ανάπτυξης» ή «πράσινης οικονομίας» και τις σχετικές πεποιθήσεις ότι η οικονομική ανάπτυξη αποτελεί τον πλέον επιθυμητό δρόμο ανεξάρτητα πολιτικής και ιδεολογίας.
Η αποανάπτυξη αντιπαρατίθεται με τα κυρίαρχα πρότυπα (paradigms) στις κοινωνικές επιστήμες, όπως για παράδειγμα την νεοκλασική οικονομική θεωρία καθώς και την Κεϋνσιανή οικονομική θεωρία, αλλά δεν αποτελεί η ίδια πρότυπο με την έννοια «οικουμενικά αποδεκτών επιστημονικών επιτευγμάτων τα οποία για μια περίοδο παρέχουν υποδείγματα προβλημάτων και λύσεων για μια κοινότητα ερευνητών» (Kuhn 1962). Στην οικονομική επιστήμη αναδύεται ένα καινούργιο πεδίο οικολογικών μακροοικονομικών χωρίς ανάπτυξη (Victor 2008, Jackson 2011), βασισμένο στην «οικονομία σταθερής κατάστασης» του Herman Daly, το οποίο θα μπορούσε να εξελιχθεί σε ένα νέο οικονομικό πρότυπο. Ωστόσο ο δρόμος είναι ακόμα μακρύς.
Ορισμένοι αναφέρονται στην αποανάπτυξη ως ιδεολογία, δηλαδή ένα «σύστημα ιδεών και αξιών». Αυτή η οπτική είναι υπερβολικά απλοϊκή ή τουλάχιστον πρόωρη για να μπορέσει να εξηγήσει την ετερογένεια των θεωρητικών πηγών και στρατηγικών της. Η αποανάπτυξη δεν είναι απλά μια οικονομική έννοια. Θα δείξουμε ότι είναι ένα πλαίσιο που αποτελείται από ποικίλους προβληματισμούς, στόχους, στρατηγικές και δράσεις. Ως αποτέλεσμα, η αποανάπτυξη έχει μετατραπεί σε ένα σημείο σύγκλισης στο οποίο συναντιούνται ρεύματα κριτικών ιδεών και πολιτικής δράσης.
Πηγή: www.topikopoiisi.eu