Απόψε με έβαλαν στο κρεβάτι. Έκλεισαν το φως.
Και… έμεινα μόνο.
Ένα σκοτάδι που δεν είχα ξαναδεί.
Φώναξα “μαμά!”, “μπαμπά!” — ήρθε κάποιος στην πόρτα και μου ψιθύρισε “σσσσσ… κοιμήσου”.
Πίστεψα πως παίζουμε. Φώναξα ξανά. Τίποτα.
Έπειτα πάλι: “σσσσσ… κοιμήσου”. Και έφυγε.

Μήπως γιατί πέταξα τις κατσαρόλες;
Μήπως γιατί έριξα τον καφέ;
Έκλαψα. Με όλο μου το σώμα.
Και μετά… σταμάτησα.
Πέρασε μια εβδομάδα.
Τώρα, με βάζουν στο κρεβάτι και σωπαίνω.
Δεν φωνάζω. Δεν περιμένω. Δεν ελπίζω.
“Κανείς δε θα έρθει”, σκέφτομαι.

Είναι ότι έμαθα να μην περιμένω πια την αγκαλιά.

Όχι για πάντα — για τώρα. Για όσο ακόμα μπορείς να του δώσεις ασφάλεια και παρουσία.
Μη φοβηθείς να δώσεις την αγκαλιά.
Θα έρθει η μέρα που δεν θα τη ζητήσει πια. Και αυτή η μέρα δεν θα σε ρωτήσει αν ήσουν έτοιμη.

Για όλα τα παιδιά που έκλαψαν χωρίς απάντηση.
Και για όλους τους γονείς που προσπαθούν με όση αγάπη έχουν.
Μάρα, Mommy Cool