Πολύ περίεργο ζώο ο άνθρωπος. Ψάχνει τα θαύματα στα παραμύθια, βάζει εικόνες να κλαίνε, προσκυνάει ξύλα και ασήμια, προσπαθεί να «λαδώσει» τους αγίους με τάματα σα να ζητάει ρουσφέτι, κάνει ψυχαναγκαστικές τελετές, περπατάει στα γόνατα.
Και κάθε μέρα στην άκρη των βουνών, στο τέλος του θαλασσινού ορίζοντα συντελείται ένα πραγματικό θαύμα, το θαύμα του σύμπαντος και της πραγματικής ζωής που απλώς το αγνοεί, το θεωρεί δεδομένο. Δισεκατομμύρια χρόνια, μεγάλες εκρήξεις, τέλειες κινήσεις πλανητών σε ένα τεράστιο μπαλέτο από μεγάλες σφαιρικές πέτρες, σεισμοί, παγετώνες, ηφαίστεια, για να μπορεί το μάτι μας να χορταίνει τον ήλιο που «πάει» να ζεστάνει το άλλο ημισφαίριο για να μπορέσει η γη να παραμείνει μια καλοψημένη μπάλα να αντέχουν πάνω της να χωράνε τα παιχνίδια των παιδιών μας, οι μεγάλοι έρωτες, τα ταξίδια, οι πόθοι, η διασωσμένη τέχνη κι αυτή που παράγεται την στιγμή που μιλάμε.Πολύ αποσυντονισμένο ζώο ο άνθρωπος. Όλη μέρα τραβιέται σα μπάλα μπιλιάρδου μετα από το πρώτο χτύπημα πάνω σε ένα πράσινο τερέν χωρίς νόημα. Δουλειές, γραφειοκρατία, υποχρεώσεις, απαιτήσεις, φιλοδοξίες -συχνά άλλων-, διευθέτηση αναγκών, ψώνια, πολλά ψώνια, φωτογραφίες ματαιοδοξίες, διάλογοι που δεν οδηγούν πουθενά, φλερτ συνήθειας κι αυτοεπιβεβαίωσης και δεν υπάρχει λίγος χρόνος να σηκώσουν το κεφάλι να δουν τον ουρανό. Εκεί βρίσκονται όλες οι απαντήσεις στα μεγάλα τους ερωτήματα. Τι είμαστε; Από πού ερχόμαστε; Πού καταλήγουμε; Ποιος είναι ο σκοπός; Περνάει μια ζωή και δεν καταλαβαίνουμε ότι είμαστε αστρόσκονη, σάρκα κι αίμα αυτού φωτεινού και σκοτεινού χάους που απλώνεται μπροστά μας. Ψάχναμε τον Θεό πάνω από τον Ουρανό, όταν Αυτός απλώνεται σαν ένα μεγάλο σεντόνι από πάνω μας και μας προσκαλεί να πετάξουμε για να τον βρούμε, να δούμε ότι είναι η συνέχεια της ζωής μας, μια χαοτική πραγματικότητα με διαφορετικές στρώσεις και συνθέσεις της ύλης.
Το σούρουπο από όταν ήμουν παιδί βρισκόταν σε έναν ανοιχτό διάλογο με τα πιο άγρια συναισθήματα μέσα μου. Είτε κολυμπώντας στην θάλασσα είτε καθισμένος σε ένα μπαλκόνι είτε περπατώντας ανάμεσα στις πολυκατοικίες και τις τεράστιες αφίσες είτε εξερευνώντας ανοιχτούς ορίζοντες στους λόφους της Αθήνας, στα πάρκα και σε αλσύλλια. Τα αναγεννησιακά χρώματα που παίρνει ο ουρανός πάντα μου δημιουργούσαν το αίσθημα του δέους, του δέους μπροστά στην Τέχνη. Από εκεί ξεκινούσαν όλα. Πάντα η τέχνη κάνει την δουλειά, αυτή τραβάει τον άνθρωπο από το μανίκι, αυτή του ξεστρώνει το πάπλωμα για να ξυπνήσει. Κάθε γωνιά του ουρανού και μια διαφορετική ποικιλία χρωμάτων, άρα κι ένα νέο μπουκέτο συναισθημάτων, σκέψεων κι αισθήσεων. Κάποιοι ίσως το παθαίνετε αυτό με την κλασική μουσική. Εμένα μου αρκεί η πινακοθήκη του ουρανού. Κι ύστερα ο ήλιος αυτήν την ώρα έρχεται για να μας θυμίσει την θνητότητά μας. Ο απώτερος σκοπός της τέχνης δηλαδή. Κάθε μέρα που τελειώνει, μια πίστα λιγότερη, μια ευκαιρία σπαταλημένη, ένα κερί που σβήνει, ένα σκοτάδι που απλώνεται μέχρι να σβήσει όλο το φως. Μια υπενθύμιση ότι αυτή η βόλτα στο περίεργο λούνα παρκ σύντομα τελειώνει.
Still there
Still there
Still there
Still there