Μιλούσαμε, μέσω e-mail και τηλεφώνου, με τον Δημήτρη Παναγόπουλο επί πάνω από τρεις μήνες μέχρι να καταφέρουμε να κάνουμε την συνέντευξη που θα διαβάσετε παρακάτω.

Βλέπετε, ο Παναγόπουλος δεν είναι απλά ένας μουσικός και τραγουδοποιός με μια συνεπή πορεία στον χώρο επί 35 συναπτά έτη, αλλά και ένας διαπρεπής επιστήμονας, βιοφυσικός ακτινοβολιών στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (ΕΚΠΑ) και στο ΕΚΕΦΕ «Δημόκριτος», με σπουδαίο ερευνητικό έργο, πλήθος επιστημονικών δημοσιεύσεων αναφορικά με τις επιπτώσεις της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στους ζωντανούς οργανισμούς, αλλά και ένα καινούργιο επιστημονικό σύγγραμμα, με τίτλο «Electromagnetic Fields of Wireless Communications: Biological and Health Effects», που κυκλοφορεί από έναν από τους μεγαλύτερους επιστημονικούς εκδοτικούς οίκους στον κόσμο.

Από τότε που πρωτοσυστήθηκε στο κοινό του, στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης το 1985, όπου κέρδισε το Γ’ Βραβείο με το τραγούδι «Μονόλογος», ο Δημήτρης Παναγόπουλος αρνήθηκε να «παίξει μπάλα» σύμφωνα με όσα τού όριζε το «σύστημα» -μουσικό ή μη. Είναι μια λέξη που επαναλαμβάνει πολλές φορές στην συνέντευξη-ποταμό που ακολουθεί και που καλύπτει όλη του την ζωή, από τα πρώτα του χρόνια ως σήμερα.

Το «σύστημα», όποιο και αν ήταν αυτό, υπήρξε, αντίστοιχα, σκληρό απέναντί του και, όπως ο ίδιος μάς αναφέρει, ουσιαστικά ποτέ του δεν τον αποδέχθηκε. Αλλά ο Δημήτρης Παναγόπουλος συνέχισε να κάνει στην ζωή του αυτό που θεωρούσε ως το καλύτερο: ό,τι κάνει, να το κάνει με αγάπη και να γίνει αυτό που ονειρευόταν, αρκεί αυτό να ταίριαζε στη πραγματική του φύση. Οπότε, έγινε βιοφυσικός, σε αγαστή «συνεργασία» με τη μουσική του πορεία.

«If you are going to try, go all the way», συνηθίζει να λέει και όντως το έκανε πράξη όλα αυτά τα χρόνια: Προσπάθησε σκληρά και το πήγε «μέχρι τέλους». Υπήρξε απολύτως συνεπής απέναντι στον ίδιο του τον εαυτό και πλέον νιώθει δικαιωμένος για όλα όσα έκανε, παρά τα όποια εμπόδια ή κακοτοπιές συνάντησε στο δρόμο του.

– Ποιές ήταν οι πρώτες αναμνήσεις σας από την μουσική;
Από τότε που γεννήθηκα, τη δεκαετία ’60-’70, υπήρχαν στο σπίτι εκατοντάδες δισκάκια από τον πατέρα μου. Οι γονείς μου με τους φίλους τους τραγουδούσαν και χόρευαν σε γιορτές και κυριακάτικες εκδρομές. Ελληνικά ελαφρά τραγούδια των προηγούμενων δεκαετιών, αλλά και λαϊκά τραγούδια εκείνης της εποχής των Θεοδωράκη, Χατζηδάκη, Ξαρχάκου, Ζαμπέτα, και άλλων σπουδαίων. Απέναντι από το πατρικό σπίτι της μητέρας μου στη Ν. Φιλαδέλφεια έμενε ο Χαράλαμπος Βασιλειάδης – ένας από τους σημαντικότερους στιχουργούς λαϊκών τραγουδιών. Παράλληλα, στη Ν. Φιλαδέλφεια όπως και σε πολλές άλλες λαϊκές συνοικίες εκείνη την εποχή, υπήρχαν αρκετά ερασιτεχνικά rock συγκροτήματα που ακούγονταν να παίζουν από υπόγεια και δώματα. Σαν μικρό παιδάκι, όλα αυτά, άσκησαν επάνω μου – όπως αργότερα συνειδητοποίησα – μια τεράστια, ανεκτίμητη επιρροή. Πιο μετά που πήγαινα δημοτικό, ο αδερφός μου που ήταν έξι χρόνια μεγαλύτερος με τους φίλους του άκουγαν την καλύτερη rock μουσική, αγγλόφωνη, γαλλόφωνη, ιταλόφωνη, αλλά και τα καλύτερα ελληνικά rock σχήματα και τραγουδοποιούς – Aphrodite’s Child, Poll, Πελόμα Μποκιού, Socrates, Νοστράδαμος, Σαββόπουλο, Σιδηρόπουλο, Ρωμανό. Από τα μέσα του δημοτικού γνώριζα τα περισσότερα τραγούδια των Beatles, των Rolling Stones, των Jethro Tull και των Steppenwolf. Τότε ήταν ακόμη Χούντα στην Ελλάδα και η όποια πολιτισμική άνθιση που είχε ξεκινήσει στις αρχές της δεκαετίας του ‘60 επιχειρούνταν να καταπνιγεί. Είχα πάει με τον αδερφό μου σε κάτι συναυλίες των Socrates στο Σπόρτιγκ στα Πατήσια απέναντι από το δημοτικό σχολείο μου. Ήμουν ο μικρότερος ακροατής μέσα στο γήπεδο και όλοι – ειδικά οι κοπέλες – με πειράζανε λέγοντάς μου «από μικρός στα βάσανα» και τέτοια. Ό ήχος, το παίξιμο και η σκηνική παρουσία των Socrates δεν είχαν να ζηλέψουν τίποτα από διεθνώς καταξιωμένα rock συγκροτήματα της εποχής π.χ. στην Αμερική ή στην Αγγλία. Η ατμόσφαιρα στις συναυλίες αυτές μέσα στα τότε νέα παιδιά, εκτός του ότι ήταν πολύ ευχάριστη και καθάρια, ταυτόχρονα έβραζε και από επιθυμία για πολιτικοκοινωνική ανατροπή, όπως αργότερα συνειδητοποίησα φέρνοντας στο νου μου εκείνες τις σκηνές. Λίγους μήνες αργότερα, τον Νοέμβριο του 1973 έγινε το Πολυτεχνείο από κόσμο σαν αυτόν που είχα δει στις συναυλίες αυτές. Δεν είναι τυχαίο που αν δει κάποιος μια οποιαδήποτε φωτογραφία από την εξέγερση του Πολυτεχνείου, οι περισσότεροι νέοι είχαν μακριά μαλλιά. Αυτό είναι μια αλήθεια που συστηματικά θάφτηκε ακόμη και από τα υποτιθέμενα αριστερά κόμματα που οι ηγεσίες τους θεωρούσαν το rock «προϊόν του καπιταλισμού». Από αυτό και μόνο το γεγονός καταλαβαίνει κάποιος ότι το Πολυτεχνείο ποτέ δεν δικαιώθηκε πραγματικά, αλλά αντίθετα “καπελώθηκε” από κύκλους ξένους ουσιαστικά με το περιεχόμενό του.

– Ποιο ήταν λοιπόν αυτό το καθοριστικό γεγονός που σας ώθησε να γίνετε μουσικός;
Δεν ήταν ένα μεμονωμένο γεγονός, ήταν όλα τα παραπάνω και ακόμη πολύ περισσότερα. Στην τελευταία τάξη του δημοτικού και ενώ το ενδιαφέρον μου ήταν κυρίως να παίζω ποδόσφαιρο, έχοντας ως πρότυπό μου τον Μίμη Δομάζο, βρέθηκε στα χέρια μου μια παλιά κιθάρα και η μητέρα μου είχε την έμπνευση να ξεκινήσω κάποια μαθήματα μουσικής με τον γιο μιας φιλικής οικογένειας που τελείωνε τότε το λύκειο και ήταν προχωρημένος στην κλασσική κιθάρα. Παράλληλα με το ποδόσφαιρο, η εικόνα ενός ανθρώπου με μια κιθάρα να παίζει τα τραγούδια του, ασκούσε επάνω μου μια τεράστια ανεξήγητη δύναμη. Στην έκτη δημοτικού είχα πείσει τους κολλητούς φίλους μου που παίζαμε μπάλα μαζί να αρχίσουμε να μαζεύουμε τα ελάχιστα χρήματα που μας έδιναν οι γονείς μας, για να μπορέσουμε μετά από κάποια χρόνια να αγοράσουμε όργανα και να φτιάξουμε rock συγκρότημα. Περισσότερο ίσως από όλα τα σχήματα που ανέφερα παραπάνω ακούγαμε τα τραγούδια των Poll που είχαν γίνει πολύ διάσημοι τα προηγούμενα χρόνια -και καταλαβαίναμε και τι έλεγαν. Να πω πάντως ότι, στη συνέχεια, τα περισσότερα από τα προαναφερθέντα σχήματα και τραγουδοποιοί το γύρισαν προς το εμπορικότερο κατά την άποψή μου, με εξαίρεση τους Socrates, τον Παύλο Σιδηρόπουλο και τον Γιώργο Ρωμανό που κράτησαν μια συνεπή γραμμή στην πορεία τους και το πλήρωσαν από το σύστημα, ο Ρωμανός με περιθωριοποίηση, ο Σιδηρόπουλος με αυτοκαταστροφή και οι Socrates με το να αναγκαστούν να παίζουν σαν μουσικοί ορχήστρας. Ο μόνος που κατάφερε να σπάσει το φράγμα της δημοσιότητας, κρατώντας την ποιότητά του και να βγει αλώβητος, ήταν ίσως ο Βαγγέλης Παπαθανασίου που όμως είχε ήδη χρόνια πριν φύγει από την Ελλάδα με τους Aphrodite’s Child. Πάντως, μόνο όσοι κρατούν μια συνεπή γραμμή, μπορεί τελικά να μείνουν στην ιστορία και με δεδομένο βέβαια ότι αυτό που έχουν κάνει είναι πολύ σημαντικό.

– Έχετε δηλώσει ότι «έγινα μουσικός περισσότερο για το ροκ παρά για τη μουσική». Αυτό σημαίνει ότι το ροκ είναι ταυτόχρονα για σας και ένας τρόπος ζωής ή ότι απλά έχετε μια ξεκάθαρη προτίμηση σε αυτό, απορρίπτοντας πιθανώς άλλα είδη μουσικής;
Και τα δύο. Προφανώς το rock είναι μια γενικότερη στάση ζωής απέναντι στα πράγματα που συμβαίνουν. Είναι η συνύπαρξη δύναμης και ευαισθησίας. Δύναμη στο να κρατιέσαι κόντρα στο ρεύμα μια ζωή, να στιγματίζεις το άδικο όταν το συναντάς μπροστά σου, αλλά και ευαισθησία στο να συνεπαίρνεσαι από μια ιδέα ή από ένα τραγούδι.

– Οπότε, πώς είναι ένας ροκ τρόπος ζωής;
Καλύτερα να σας πω πώς ΔΕΝ είναι: Δεν μπορεί το rock να είναι «συστημικό». Ειδικά σε ένα σύστημα άδικο και σαθρό. “Hip” στην αμερικάνικη καθομιλουμένη σημαίνει αυτός που ανησυχεί, που ενδιαφέρεται, που είναι υποψιασμένος. Αυτοί ήταν οι “hippies” οι θιασώτες του rock τρόπου ζωής. Βγαίνει μάλλον από την Eλληνική λέξη “hypopsia”. Ήταν δηλαδή οι “υποψιασμένοι”, οι ανήσυχοι άνθρωποι που κατέβαιναν στους δρόμους και διαδήλωναν. Όχι αυτοί που είχαν λουλούδια στα μαλλιά και χόρευαν, όπως μας το περάσανε, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι αυτά δεν μπορούν να συνδυαστούν. Προσωπικά και ως μουσικός και ως επιστήμονας αλλά και σε κάθε πτυχή της ζωής μου, έχω έρθει αντιμέτωπος με το άδικο. Έτσι ήμουν από μικρός. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν είμαι, κατ’ αρχήν, καλοπροαίρετος. Δεν εκφράζω αμφισβήτηση για την αμφισβήτηση, αλλά σαν φυσιολογική αντίδραση απέναντι σε κάτι άδικο ή δήθεν. Γιατί αυτό που βιώνουμε, ειδικά σήμερα, είναι εντελώς και άδικο και δήθεν. Όταν εκφράζεσαι με και από το rock και συνειδητοποιήσεις ότι το δήθεν κυριαρχεί και επιβάλλεται εκ των άνω στα πάντα από το ίδιο το “σύστημα”, δεν μπορείς να είσαι συστημικός. Αν πάλι κάποιος λέει πως δεν το βλέπει αυτό το δήθεν που λέω, τότε, ή μειωμένης αντίληψης είναι ή φοβάται να αντιπαρατεθεί – που είναι σεβαστό σε έναν βαθμό – ή έχει ενσωματωθεί και έχει αναλάβει ρόλο. Δεν μπορείς να παίζεις ή να ακούς rock, να λες ότι εκφράζεσαι από αυτό και να είσαι ένας άνθρωπος συστημικός. Δηλαδή να κάνεις άκριτα ό,τι σου λένε γονείς, δάσκαλοι, διευθυντές, “κράτος” κ.λ.π. Πρέπει να είσαι ελεύθερος και ατίθασος από τη φύση σου. «Ατίθασος» δεν εννοώ ψευτοτσαμπουκάς. Εννοώ να μην δέχεσαι το όποιο “χαλινάρι” αν δεν καταλαβαίνεις ακριβώς την αναγκαιότητά του. Rock ήταν τα παιδιά εκείνα στο Πολυτεχνείο το 1973. Ο Διομήδης Κομνηνός, ο Γιώργος Κηρύκου και τόσοι άλλοι, κυρίως ανώνυμοι, ήρωες που μεθυσμένοι από ιδανικά έβαζαν τα σώματά τους απέναντι στα τανκς. Rock ήταν ο Λορέντζος Μαβίλης, ο μποέμ ποιητής που πήγε στα 52 του χρόνια εθελοντής και σκοτώθηκε πολεμώντας για την απελευθέρωση της Ηπείρου το 1912. Rock ήταν o Άρης Βελουχιώτης και ο Τσε Γκεβάρα που ενώ ήταν πλούσιοι και μορφωμένοι και εύμορφοι και μπορούσαν να ζήσουν μια ζωή με όλες τις ανέσεις, πήγαν και σκοτώθηκαν πολεμώντας τη σκλαβιά και τον φασισμό. Rock ήταν ο Τζον Λένον που επέστρεψε το παράσημο που του απένειμε η βασίλισσα Ελισάβετ Β’ που από τη μία το έπαιζε δίκαιη και μετριοπαθής και από την άλλη έστελνε στην κρεμάλα τον 18χρονο ήρωα και ποιητή Ευαγόρα Παλληκαρίδη και τόσους άλλους που αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία της πατρίδας τους και συντηρούσε την αποικιοκρατία και τα αίσχη της Αγγλίας απέναντι σε μικρότερες εξαρτημένες χώρες. Rock ήταν ο Παύλος Σιδηρόπουλος και ο Τζίμης Πανούσης που τα έλεγαν όπως τα πίστευαν και στα τραγούδια και στη ζωή τους. Να πω όμως και ότι τα πάντα πρέπει να εξελίσσονται στο χρόνο, αν είναι παραγματικά υγιή. Έτσι και κάποιος που είναι “rock”, δεν μπορεί να είναι ίδιος στα 20, 40, 60 χρόνια του. Η επαναστατική φύση ενός rock ανθρώπου πρέπει κατά τη γνώμη μου να εξελίσσεται προς κάτι πιο ήρεμο και στωικό, όσο ο άνθρωπος αυτός ολοκληρώνεται. Για έναν rock μουσικό αυτό μπορεί να σημαίνει ότι γίνεται πιο jazz ή πιο κλασσικός ενδεχομένως, με αντίστοιχη εξέλιξη και στη ζωή του.

– Ως επιστήμονας, ποια ήταν τα στοιχεία αυτά που σας τράβηξαν στον συγκεκριμένο ερευνητικό τομέα σας, αυτόν της βιοφυσικής; Γιατί όχι τα μαθηματικά, που στο κάτω-κάτω αποτελούν και την βάση της μουσικής;
Τα μαθηματικά είναι η γλώσσα της επιστήμης. H επιστήμη καθεαυτή όμως είναι η φυσική. Για να καταλάβεις φυσική πρέπει απαραίτητα να ξέρεις μαθηματικά. Οπότε η φυσική με τα μαθηματικά δεν απέχουν πολύ. Το κίνητρο για να σπουδάσω φυσική, ήταν να μπορώ να εξηγώ αυτά που συμβαίνουν στη φύση και κατ’ επέκταση στη ζωή. Όμως αυτά που με έλκυαν περισσότερο στην επιστήμη ήταν τα “ανεξήγητα” φαινόμενα, ειδικά στους ζωντανούς οργανισμούς. Υπάρχει για παράδειγμα η τηλεπάθεια; Και αν πράγματι υπάρχει, πως εξηγείται; Γι’ αυτό στη συνέχεια στράφηκα στη βιοφυσική και ειδικότερα στον βιοηλεκτρομαγνητισμό. Είναι αξιοθαύμαστο το πως η ζωή είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τα φυσικά ηλεκτρομαγνητικά πεδία της γης. Η βασική συχνότητα των “α ρυθμών” της εγκεφαλικής δραστηριότητας ανθρώπου και ζώων – 7.83 Hz – είναι ακριβώς η ίδια με αυτή των ατμοσφαιρικών ηλεκτρομαγνητικών ταλαντώσεων (γνωστές ως «ταλαντώσεις Schumann»). Αυτό σημαίνει ότι ο εγκέφαλός μας διεγείρεται και συντονίζεται από τα φυσικά ηλεκτρομαγνητικά πεδία. Γι’ αυτό και είναι πολύ επικίνδυνο να «θάβουμε» τα ασθενή αυτά φυσικά πεδία μέσα σε μια θάλασσα από τεχνητά πεδία, τα οποία είναι πολωμένα και βλαπτικά, όπως συμβαίνει τα τελευταία 30 χρόνια με τις ασύρματες τηλεπικοινωνίες ή να γεμίζουμε την ατμόσφαιρα με χιλιάδες δορυφόρους.

– Ένας ερευνητής διαθέτει στοιχεία καλλιτέχνη; Ή αυτά τα δυο δεν γίνεται να συνδυαστούν, γιατί ο καλλιτέχνης είναι πιο ελεύθερο πνεύμα, ενώ ο ερευνητής υπόκειται σε συγκεκριμένους κανόνες, από τους οποίους δεν μπορεί να αποκλίνει;
Αν ο ερευνητής δεν έχει στοιχεία καλλιτέχνη, δεν έχει ελπίδες να ανακαλύψει κάτι σημαντικό στην επιστήμη. «Μηδέ τις επιστήμων ει μη μουσικός» έλεγε ο Αριστοτέλης. Βέβαια, μπορεί να κατανοήσει και να διδάξει, που και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Όχι όμως να ανακαλύψει. Επίσης και ο καλλιτέχνης δεν μπορεί να είναι κάποιος που προβάλλεται από ένα σάπιο σύστημα, γιατί τότε είναι ευνουχισμένος. Όχι επαγγελματικά, αλλά ουσιαστικά. Δεν υπάρχει περίπτωση δηλαδή να κάνει κάτι που θα μείνει στην ιστορία. Όλοι αυτοί που υποστηρίζονται από το σύστημα σε μια καπιταλιστική-νεοταξική χώρα σαν τη δική μας, μπορεί να έχουν μια πρόσκαιρη επαγγελματική «επιτυχία», στην πραγματικότητα όμως είναι ευνουχισμένοι. Οι ανατρεπτικοί καλλιτέχνες και επιστήμονες ήταν πάντα και μόνο, αυτοί που άνοιγαν δρόμους αλλά και έμεναν στην ιστορία. Όταν όμως είσαι ανατρεπτικός, θα προσπαθήσουν να σε απομονώσουν. Είναι λίγες οι εξαιρέσεις αυτών που ήταν ανατρεπτικοί και κατάφεραν να μην περιθωριοποιηθούν. Σε αυτές τις εξαιρέσεις οφείλει την ύπαρξή του ο παγκόσμιος Πολιτισμός.

– Τώρα με βάζετε σε πειρασμό να σας ρωτήσω το εξής: όταν συνθέτετε ένα τραγούδι, έχετε ποτέ συλλάβει τον εαυτό σας να σκέφτεται ως φυσικός; Ως επιστήμονας; Και τι τραγούδι ή μουσική προκύπτει τότε;
Αυτό γίνεται αναπόφευκτα πάντα στα τραγούδια μου. Η αναλυτική σκέψη και η μαθηματική λογική είναι βασικό κομμάτι της ζωής μου. Με βοηθάει πολύ συχνά να αντιμετωπίζω δύσκολα προβλήματα. Δυσκολότερα από το να λύσεις π.χ. μια διαφορική εξίσωση. Στα τραγούδια μου ενυπάρχει αυτό. Και στο στίχο αλλά και στη μουσική που έχουν πάντα συγκεκριμένη δομή και συμμετρία. Κάποιος είπε ότι στα τραγούδια μου, παρά το ότι πλέκω ποιητικούς και ρομαντικούς στίχους με rock, blues και jazz σχήματα, καταφέρνω να παραμένω πάντα, με κάποιον τρόπο, «εγκεφαλικός» -και εννοούσε αυτό ακριβώς που με ρωτάτε.

– Κοιτάζοντας τις εργασίες σας για τις επιπτώσεις της ηλεκτρομαγνητικής ακτινοβολίας στους ζωντανούς οργανισμούς, καταλαβαίνω πως είστε ένας άνθρωπος που είστε «χωμένος» μέσα σε πειραματικές διατάξεις, μικροσκόπια, ηλεκτρονικά κυκλώματα, ασύρματες τηλεπικοινωνίες και γενικά στην τεχνολογία. Παρόλα αυτά οι περισσότερες εργασίες σας αναφέρονται στις βλάβες που παθαίνουν οι ζωντανοί οργανισμοί από τη σύγχρονη τεχνολογία.
Η τεχνολογία είναι πολύ καλή αν χρησιμοποιείται σωστά και αν προωθείται με σεβασμό στη φύση και στη δημόσια υγεία. Χρησιμοποιώ την τεχνολογία σωστά σημαίνει ότι την χρησιμοποιώ τόσο, όσο χρειάζεται για να βελτιώσω τη ζωή μου χωρίς να αποκόβομαι από τη φύση μου και χωρίς να της επιτρέπω να καταστρέφει την υγεία μου ή να με αλλοτριώνει σαν άνθρωπο. Είμαι πολύ προβληματισμένος με τα νέα παιδιά που προχωρούν στο δρόμο κοιτάζοντας τις “έξυπνες” κινητές συσκευές τους και κοιμούνται αγκαλιά με αυτές. Οι γονείς τους, οι δάσκαλοί τους, οι γιατροί τους και κυρίως η πολιτεία δεν τους είπαν ότι εκτίθενται σε πολύ επικίνδυνη καρκινογόνο και νευροεκφυλιστική ακτινοβολία, καθώς και ότι όσο περισσότερο αφήνεσαι να καθοδηγείσαι από μια δήθεν “έξυπνη” τεχνολογία τόσο πιο πολύ χάνεις τον εαυτό σου και την πραγματική ευφυία σου. Η πολιτεία δεν ενδιαφέρεται καθόλου για τη δημόσια υγεία. Επιτρέπει την ανεξέλεγκτη εγκατάσταση κεραιών κινητής τηλεφωνίας και τελευταία του 5G που είναι η πλέον βλαπτική ακτινοβολία, μέσα στις κατοικημένες περιοχές. Και κατά τα άλλα πάει να επιβάλλει υποχρεωτικότητα σε πειραματικά σκευάσματα, που ονόμασαν “εμβόλια”, για έναν “ιό” που κατασκευάσθηκε στο εργαστήριο, χωρίς να έχουν εξετάσει ποιοι τον κατασκεύασαν και γιατί. Ο παραλογισμός και η διαστρέβλωση της επιστήμης σε όλο τους το μεγαλείο, αλλά και η υποδούλωση του ανθρώπου μέσω της τεχνολογίας.

– Ανήκετε στην γενιά που είναι η πρώτη που ανακάλυψε ότι οι στίχοι των σύγχρονων ροκ τραγουδιών αποτελούν την ποίηση και τους ποιητές του σήμερα. Εξακολουθείτε να γυρνάτε σε αυτούς τους στίχους; Μπορείτε να μου αναφέρετε κάποιους που σας διαμόρφωσαν ως άνθρωπο;
Εγώ και οι φίλοι μου ζήσαμε την εφηβεία μας παρέα με τους στίχους των Doors και άλλων rock συγκροτημάτων. Το συστήνω ανεπιφύλακτα σε όλους, κάθε ηλικίας. Και να προσθέσουν και τους στίχους των Pink Floyd, των Beatles, των Jethro Tull, αλλά και του Βαλαωρίτη, του Μαβίλη, του Byron, του Καρυωτάκη, της Πολυδούρη, του Ουράνη, του Λαπαθιώτη.

– Έχοντας ακούσει πολλές φορές τα τελευταία 35 χρόνια το άλμπουμ σας «Ασταθής Ισορροπία» αλλά και τα επόμενα «Εκτροπή», «Been in the Blues so long», «Έκδυση», συχνά απορώ με την εμμονή των ανθρώπων με την «Αύρα». Είναι ένα υπέροχο τραγούδι φυσικά, αλλά για μένα, ας πούμε ο «Μονόλογος», η «Έρημος», η «Μάγισσα Νύχτα», το «Σαν Μουσική», η «Έκδυση» είναι ανώτερα, τόσο στιχουργικά, όσο και μουσικά. Πέρα από τους ποιητικούς στίχους και τις ιδιαίτερες μελωδίες, έχετε βάλει μέσα εξαιρετικά κιθαριστικά παιξίματα, αλλά και σπάνια ηχοχρώματα και ενορχηστρώσεις. Και κινείστε αρκετά στο μπλουζ και στη jazz, παρόλο που αρχικά (ειδικά στην “Ασταθή Ισορροπία”) ακούγεστε folk. Απορήσατε κι εσείς με την προτίμηση των ανθρώπων στην «Αύρα»; Την θεωρήσατε δικαιολογημένη ή λίγο μέσα σας νιώσατε ότι το συγκεκριμένο τραγούδι, κατά κάποιο τρόπο, «καπέλωσε» τα υπόλοιπα κομμάτια σας;
Πιστεύω πως και άλλα κομμάτια μου όπως το “Σαν Μουσική”, το “Μάγισσα Νύχτα”, η “Λευκή Μαγεία”, ο “Ίλιγγος” ή το “See you around” θα μπορούσαν κάλλιστα να παίζονται στο ραδιόφωνο. Δεν παίζονται όμως και ο λόγος είναι πως είμαι “εκτός συστήματος”. Αυτό ξεκινάει από τις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες που τοποθετούν δικούς τους ανθρώπους στους ραδιο-τηλεοπτικούς σταθμούς και οι άνθρωποι αυτοί είναι δεσμευμένοι να προωθούν τα τραγούδια των εταιρειών. Αυτά είναι γνωστά. Όμως εγώ είμαι ευγνώμων που ο κόσμος αγάπησε έστω και ένα τραγούδι μου τόσο πολύ, χωρίς να λειτουργήσουν οι γνωστοί τρόποι προώθησης και παρά το ότι ήμουν πάντα έξω από κυκλώματα και τα τραγούδια μου δεν άνηκαν ποτέ σε καμία δισκογραφική εταιρεία. Κάποια στιγμή μπορεί ο πολύς κόσμος να ανακαλύψει και να αγαπήσει και τα υπόλοιπα τραγούδια μου, όπως τα αγαπούν ήδη οι πιο ψαγμένοι ακροατές μου. Για μένα όλα τα τραγούδια μου είναι το ίδιο, αλλά είναι και συνδεδεμένα μεταξύ τους. Δηλαδή για να καταλάβεις κάποιο καλύτερα, πρέπει να γνωρίζεις και όλα τα άλλα. Επίσης, μπορεί ο πολύς κόσμος να αγαπάει ένα τραγούδι μου, έχει περάσει όμως η αίσθηση πως ό,τι έχω κάνει συνοδεύεται από την ίδια ποιότητα. Τελευταία, από τους καταλόγους χρήσης των τραγουδιών μου στο ραδιόφωνο που μου στέλνουν οι εταιρείες είσπραξης πνευματικών δικαιωμάτων, βλέπω ότι έχουν αρχίσει να παίζονται, εκτός από την “Αύρα”, το “Σαν Μουσική”, αλλά και η διασκευή μου στο “Heard it through the grapevine” και χαίρομαι γι’ αυτό.

Έχω πετύχει στο διαδίκτυο κάποιες διασκευές της «Αύρας» σε pop ή latin εκτελέσεις. Πως και δώσατε άδεια για τέτοιες διασκευές;
Δεν έχω δώσει. Πολλοί μουσικοί μου έχουν ζητήσει άδεια να κυκλοφορήσουν την “Αύρα” σε δική τους εκτέλεση-διασκευή. Έχω αρνηθεί σε όλους, γιατί θεωρώ πως η εκτέλεση και η ενορχήστρωση είναι βασικά συστατικά της όλης σύνθεσης. Θέλω το κομμάτι να παραμείνει έτσι όπως το έφτιαξα και όχι να το πιάσει κάποιος και να το κάνει όπως νομίζει αυτός. Τόσο απλά. Όλοι – μεταξύ αυτών και εξαιρετικοί μουσικοί και φίλοι μου – το έχουν σεβαστεί απολύτως, όπως είναι το αυτονόητο. Υπάρχουν δυστυχώς και 1-2 κακοήθεις που προσπαθούν υπογείως και πλαγίως να κυκλοφορήσουν τη διασκευή που έκαναν μέσω κάποιων ιδιωτικών ραδιοφωνικών σταθμών, ή μέσω κάποιων εταιρειών που προμηθεύουν με μουσική πολυκαταστήματα, super market, dj’s, διοργανωτές εκδηλώσεων κ.λ.π. Είναι ένας που το έχει κάνει στα αγγλικά με γυναικεία φωνή και ηλεκτρονικούς ήχους σε pop εκτέλεση και ένας άλλος που το έχει κάνει salsa. Μέχρι τώρα έχω αποφύγει να ασχοληθώ μαζί τους, αλλά αυτοί επιμένουν. Αν κάποιος ακούσει ηχογραφημένη διασκευή της “Αύρας” να ξέρει ότι είναι όχι μόνο παράνομη αλλά και κακοήθης και έχει το δικαίωμα να το καταγγείλει. Και τα πράγματα δεν είναι τόσο αθώα, ότι απλά κάποιος δεν μπορεί να συγκρατήσει την επιθυμία του να το βγάλει όπως θέλει αυτός. Το κομμάτι αυτό είναι το μοναδικό ίσως στη διεθνή δισκογραφία που έγινε τόσο μεγάλη επιτυχία χωρίς να ανήκει στις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες. Αν ποτέ έδινα άδεια για διασκευή, θα εξαφάνιζαν το αυθεντικό και θα το αντικαθιστούσαν με τη διασκευή που θα άνηκε στις εταιρείες, γιατί τους χαλάει τη συνταγή του να ελέγχουν απόλυτα τη μουσική βιομηχανία. Είναι αυτονόητο στην μουσική, αλλά και στα πάντα, ότι ο δημιουργός και μόνο αυτός, μπορεί και πρέπει να αποφασίζει για τη μορφή με την οποία κυκλοφορεί το έργο του. Οι μουσικοί, αλλά και όλοι μας γενικά, οφείλουμε αυτό να το σεβόμαστε και να το τηρούμε με απόλυτη ευλάβεια. Στον δίσκο μου “Been in the Blues so Long” όλα τα κομμάτια εκτός από το δικό μου “See you around”, είναι διασκευές κλασσικών blues και rock τραγουδιών για τις οποίες φυσικά πήρα άδειες από τις εταιρείες που διαχειρίζονται τα δικαιώματα των δημιουργών. Θα μου ήταν αδιανόητο – και φυσικά θα ήταν παράνομο – να προσπαθήσω να τα κυκλοφορήσω χωρίς άδειες.

– Ακούτε μουσική του σήμερα; Ακούτε σύγχρονα πράγματα και ακούσματα; Μπορείτε να μου αναφέρετε μερικά που σας αρέσουν;
Τα τελευταία ακούσματα που με έχουν αγγίξει σταματούν στη δεκαετία του 2000. Και ακόμη και αυτά, κατά τη γνώμη μου, ωχριούν δίπλα σε κομμάτια του Rory Gallagher ή του John Campbell. Το ίδιο “σύστημα” για το οποίο μίλησα πριν, έχει καταφέρει να αποκλείσει τα καλύτερα, τα πιο αληθινά και να τα αντικαταστήσει με “ανώδυνα” και δήθεν. Μπορεί να βγαίνουν από κάποιους κάπου πολύ ωραία πράγματα που όμως να μην φθάνουν στον πολύ κόσμο και να τα γνωρίζουν μόνο κάποιοι μικροί κύκλοι ανθρώπων. Νομίζω αυτό συμβαίνει. Τα καλά πράγματα δεν τα αφήνουν πλέον να βγουν προς τα έξω, ακριβώς γιατί όπως είπα πριν, τα καλά δεν μπορεί παρά να είναι και ανατρεπτικά. Αυτοί που έχουν τον έλεγχο του κόσμου δεν αφήνουν πλέον να ξαναγίνει με τη μουσική αυτό που έγινε τη δεκαετία του ‘60 και που ο απόηχός του είναι οτιδήποτε καλό υπάρχει μέχρι και σήμερα. Η μουσική που προβάλλεται σήμερα απευθύνεται σε ένα καθοδηγούμενο και άβουλο κοινό, ενώ η μουσική για την οποία μιλάω εγώ απευθύνεται σε ελεύθερους ανθρώπους.

– Έχετε χρόνο να διαβάζετε καθόλου πράγματα εκτός των όσων ασχολείστε επαγγελματικά; Διαβάσατε για παράδειγμα τελευταία κάποιο βιβλίο που σας άρεσε;
Πολύ λίγο χρόνο έχω και αυτόν μου αρέσει να τον περνάω κοντά στη φύση. Κάποιες φορές ξαναδιαβάζω αγαπημένα μου ποιήματα. Για να διαβάσω κάτι διαφορετικό θα πρέπει να με κεντρίσει ιδιαίτερα. Αυτό συνέβη πρόσφατα με το βιβλίο «Οι Άτακτοι» του Διονύση Χαριτόπουλου. Είναι η συνέχεια του εκπληκτικού βιβλίου του, «Άρης, ο αρχηγός των ατάκτων» για τον Άρη Βελουχιώτη. «Οι άτακτοι» εστιάζουν περισσότερο στις ηρωϊκές μορφές καπετανέων του ΕΛΑΣ που ήταν κοντά στον Άρη. Οι περισσότεροι ήταν αγράμματοι ορεσίβιοι άνθρωποι που έγιναν αντάρτες από ανιδιοτελή πατριωτισμό όπως οι κλέφτες επί Τουρκοκρατίας. Το τραγικό είναι ότι αυτοί που πήραν τα όπλα και κράτησαν ελεύθερη όλη την ορεινή Ελλάδα επί Κατοχής, αυτοί δηλαδή που κράτησαν ψηλά την υπερηφάνεια και την αξιοπρέπεια της χώρας, αμέσως μετά την απελευθέρωση κυνηγήθηκαν σαν εγκληματίες από τον κυβερνητικό στρατό, την ίδια αστυνομία που υπηρετούσε τους κατακτητές, τις παρακρατικές συμμορίες και τους συνεργάτες των κατακτητών που βαφτίστηκαν ξαφνικά «εθνικόφρονες».

– Η ταπεινότητα είναι σωστός οδηγός ζωής αν είσαι επιστήμονας. Ισχύει το ίδιο αν είσαι μουσικός ή πρέπει να διαθέτεις κάποιου είδους καλλιτεχνική «αλαζονεία» ως απαραίτητο συστατικό της μουσικής σου περσόνας;
Η ταπεινότητα είναι απαραίτητο συστατικό ό,τι και να κάνει κανείς. Όμως χρειάζεται και θάρρος για να μπορέσεις να αντιπαρατεθείς στη μετριότητα που συνωμοτεί και κυριαρχεί παντού. Μερικές φορές, αυτό που εσείς αποκαλείτε “αλαζονεία” ενός καλλιτέχνη, μπορεί απλά να είναι η άρνησή του να συμπλεύσει με τη μετριότητα. Και ο επιστήμονας το χρειάζεται αυτό όταν έχει να αντιμετωπίσει τον σκοταδισμό της καθοδηγούμενης “επιστήμης”, αυτής που θέλει να υποδουλώσει τον άνθρωπο και να τον κάνει τηλεχειριζόμενο ρομποτάκι που να διεκπεραιώνει ό,τι εξυπηρετεί το σύστημα.

– Αλήθεια, ποιος είναι ο πιο σημαντικός μουσικός που είχατε το προνόμιο να συναντήσετε από κοντά;
Είχα και έχω την τύχη να γνωρίσω και να συνεργαστώ και να είμαι φίλος με πολλούς εξαιρετικούς μουσικούς. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω κάποιον γιατί ο καθένας σε αυτό που κάνει μπορεί να είναι κορυφή και δεν έχει σημασία αν είναι γνωστός ή όχι. Για παράδειγμα, ο εκπληκτικός κιθαρίστας φίλος μου Παναγιώτης Αγιαννόπουλος που συνειδητά επέλεξε να μην κάνει ποτέ καριέρα στη μουσική ή ο οργανίστας Γιάννης Μόνος που τον ξέρουν συγκεκριμμένοι κύκλοι, ή ο Benny, ένας περιπλανώμενος bluesman από την Βραζιλία που είχα συναντήσει το 1985, είναι για μένα το ίδιο σημαντικοί με τον John Hammond ή τον Dave Van Ronk ή τον Δημήτρη Μαρινάκη – τον ντράμερ των Πελόμα Μποκιού που εξελίχθηκε σε αρχιμουσικός κρουστών στην Κρατική Ορχήστρα Αθηνών – που έγιναν γνωστοί και με τους οποίους επίσης έχω συνυπάρξει και συνεργασθεί. Αντίστοιχα, στην επιστήμη μου συνεργάζομαι με κορυφαίους επιστήμονες από όλο τον κόσμο και δημοσιεύουμε εργασίες μαζί ή ανταλλάσουμε απλά απόψεις για επιστημονικά θέματα σε τακτική βάση.

– Έχετε δηλώσει ότι έχετε οικειοθελώς αποσυρθεί από τις ζωντανές μουσικές εμφανίσεις. Γιατί αυτό;
Συμπλήρωσα 35 χρόνια διαρκούς παρουσίας σε μουσικές σκηνές χωρίς να υπολογίζω κάποια κενά λόγω στρατιωτικής θητείας μεταξύ 1988-90 ή ενός τροχαίου ατυχήματος που είχα το 2015. Ξεκίνησα το 1982 στο “Big Apple” του Μπάμπη Μαραγκού στη Ν. Φιλαδέλφεια, μετά στο “Vitraux” του συμμαθητή μου ντράμερ Αντώνη Ίντα στη λεωφόρο Γαλατσίου, στην ιστορική “Σοφίτα” του Ηρακλή Τριανταφυλίδη στην Πλάκα την τελευταία χρονιά λειτουργείας της, μετά συμμετείχα στο Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης το 1985 και αμέσως μετά έπαιζα στους “Βάτραχους” του Γιώργου Αραπάκη στα Εξάρχεια. Μετά την κυκλοφορία της “Ασταθούς Ισορροπίας” και τη στρατιωτική μου θητεία, έπαιζα στο “Ξεχασμένο Πηγάδι” στα Πατήσια, στο “Rhythm’n Blues” στα Εξάρχεια και πόσους άλλους χώρους να πρωτοθυμηθώ…. Όλα τα παραπάνω μαγαζιά δεν ήταν για λίγες παραστάσεις αλλά σαιζόν ολόκληρες. Μετά, το σύστημα άλλαξε και κλείναμε μεμονωμένες ή ολιγοήμερες παραστάσεις. Αυτό ήταν μεγάλο χτύπημα για τη μουσική. Ωστόσο, έπαιξα παντού σε όλη την Ελλάδα και την Κύπρο. Από το 1993 έπαιζα κυρίως με το σχήμα μου, τους Aura. Έπαιζα και με ακουστικό και με ηλεκτρικό ήχο. Πέρασα πολύ όμορφα, αλλά και με δυσκολίες. Από το 2004 μέχρι το 2018 εμφανιζόμουν κυρίως στο blues-jazz-rock club “In Vivo” στα Εξάρχεια όπου είχα και την καλλιτεχνική διεύθυνση. Εκεί, εκτός από το ότι έπαιζα ο ίδιος, έδινα βήμα στα καλύτερα, κατά την κρίση μου, σχήματα, αλλά και σε νέα παιδιά όταν διέκρινα καλές προθέσεις. Δεν υπήρξα ποτέ προβαλλόμενος καλλιτέχνης. Οι πολύ περισσότερες παραστάσεις που έδωσα ήταν σε ιδιωτικούς χώρους. Ελάχιστες φορές έπαιξα σε φεστιβάλ ή δημοτικά θέατρα. Τις περισσότερες φορές με έβρισκαν οι μαγαζάτορες μόνοι τους από όλη την Ελλάδα, χωρίς να μεσολαβεί κάποιος μάνατζερ. Το χόρτασα λοιπόν 35 χρόνια και είμαι ευγνώμων που έζησα με και από τη μουσική που αγάπησα, αλλά και για την αγάπη που εισέπραξα από τον κόσμο. Όμως πιστεύω επίσης ότι πρέπει κάποιος να ξέρει και πότε να αποτραβιέται από κάτι. Εγώ σταμάτησα στα καλύτερά μου, το 2018. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν θα ξαναηχογραφήσω κάποια στιγμή αν υπάρξουν οι κατάλληλες συνθήκες. Με την ευκαιρία, θα ήθελα να ευχαριστήσω όλο τον κόσμο που με στήριξε στις μουσικές παραστάσεις μου όλα αυτά τα 35 χρόνια, αλλά και τους εξαιρετικούς μουσικούς που έπαιξαν μαζί μου ζωντανά καθώς και στις ηχογραφήσεις μου. Ιδιαίτερα, τους μπασίστες Κώστα Πετρόπουλο και Δημήτρη Λειβάδη, τον κοντραμπασίστα Αλέξη Ραφαηλίδη, τους ντράμερ Στράτο Χατζητύμπα και Δημήτρη Μαρινάκη, τους πιανίστες-οργανίστες Κώστα Καραγιάννη και Γιάννη Μόνο και τον σαξοφωνίστα Γιώργο Μαραγκό.

– Ακολουθώντας εξ αρχής μια πορεία εντελώς ανεξάρτητη από μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες και μουσικά κυκλώματα, πιστεύετε πως τελικά αυτό σας ωφέλησε ή όχι;
Έκανα το καλύτερο που μπορούσα. Άκουγα ιστορίες αξιόλογων μουσικών που πήγαιναν τα τραγούδια τους σε μια δισκογραφική εταιρεία και εκεί απλά τα πέταγαν σε κάποιο συρτάρι. Δεν πήγα λοιπόν ούτε καν να χτυπήσω τις πόρτες τους. Τα τραγούδια του πρώτου μου δίσκου τα ηχογράφησα με τον φίλο μου εξαιρετικό ηχολήπτη και παραγωγό Νώντα Αντωνόπουλο σε ένα πρόχειρο studio κάτω από το σπίτι του όπως εμείς νομίζαμε καλύτερα και αφού ήταν έτοιμα, τότε έκανα μια συμφωνία με μια μικρή εταιρεία για την διανομή του δίσκου. Την ανεξάρτητη στάση μου την πλήρωσα με αποκλεισμό από τις επίσημες δομές. Όπως ήδη είπα, οι δήμοι και τα φεστιβάλ, με ελάχιστες εξαιρέσεις, είχαν κλειστές τις πόρτες τους και οι ραδιοφωνικοί σταθμοί έπαιζαν την “Αύρα” χωρίς να αναφέρουν το όνομά μου. Έκανα 35 χρόνια καριέρα στη μουσική παίζοντας σχεδόν αποκλειστικά σε ιδιωτικούς χώρους. Αντίθετα, για κάποιους συστημικούς “συναδέλφους” μου, η πορεία ήταν πολύ ευκολότερη και οι πόρτες όλες ανοιχτές. Όμως τελικά, δεν πέρασα λιγότερο ωραία και δεν είχα λιγότερη επιτυχία από αυτούς.

– Τα άλμπουμ σας εδώ και κάποια χρόνια κυκλοφορούν από την ανεξάρτητη αμερικανική εταιρεία Downtown. Αυτό πως προέκυψε;
Δεν έκανα κάτι εγώ. Μόνοι τους με βρήκαν από τα videos μου στο YouTube. Μου είπαν πως θα ήταν τιμή τους να τα κυκλοφορήσουν διαδικτυακά. Είδα αμέσως ότι ασχολούνται και δεν κοροϊδεύουν σε αντίθεση με κάποιες εταιρείες από τον ελληνικό χώρο. Κάθε μήνα μου στέλνουν τα χρήματα από τις πωλήσεις. Όποτε ρωτάω κάτι, αμέσως μου απαντούν, όποτε προκύπτει κάποιο θέμα, αμέσως το λύνουν, κάνουν τη δουλειά τους δηλαδή, το αυτονόητο. Δεν θέλω κάτι άλλο. Αντίστοιχα στον επιστημονικό τομέα, το βιβλίο μου “Electromagnetic Fields of Wireless Communications: Biological and Health Effects” εκδίδεται από έναν από τους μεγαλύτερους επιστημονικούς εκδοτικούς οίκους στον κόσμο. Πάλι δεν έκανα κάτι εγώ. Με βρήκαν από τις εργασίες μου και μου ζήτησαν να υποβάλλω πρόταση για βιβλίο. Η πρόταση πέρασε από κριτές, εγκρίθηκε και μετά από δύο χρόνια δουλειάς το βιβλίο εκδίδεται. Στην Αμερική ακόμη κάποιοι λειτουργούν έτσι απλά, όπως λειτουργούσαν την δεκαετία του ‘60 με τη μουσική. Δεν είναι κομπλεξικοί να πρέπει να στο παίξουν κάπως. Απλά κάνουν τη δουλειά τους. Γι’ αυτό και συχνά, όταν ένας Έλληνας πάει στην Αμερική και πετυχαίνει μετά από πολλή δουλειά, είναι ακομπλεξάριστος και δεν νοιώθει πως θέλει να αποδείξει κάτι στους άλλους.

– Τι είναι αυτό που σας ενοχλεί στην Ελλάδα του σήμερα, όπως την βιώνετε εσείς, τόσο ως επιστήμονας όσο και ως πολίτης;
Με ενοχλεί η κραυγαλέα έλλειψη αξιοκρατίας. Παντού είναι διορισμένοι ή δήθεν “εκλεγμένοι” όλοι οι “γλείφτες” και οι “κολλητοί”. Στα πανεπιστήμια, στην πολιτική, στον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά και σε αρκετούς άλλους επαγγελματικούς χώρους. Πώς όμως να λειτουργήσει έτσι το όποιο σύστημα; Γι’ αυτό και δεν λειτουργεί τίποτα σχεδόν και η όλη κατάσταση σώζεται μόνο από κάποιους ευσυνείδητους ανθρώπους που υπάρχουν σκόρπιοι σαν μονάδες. Η παντελής έλλειψη αξιοκρατίας είναι ένα χρόνιο πρόβλημα στην Ελλάδα που τις τελευταίες 2-3 δεκαετίες έχει κατακυριεύσει τα πάντα. Όμως, ακόμη και αυτό το τρομερό χρόνιο πρόβλημα, επισκιάζεται από τα πολύ μεγαλύτερα δεινά που έχουν επιπέσει τελευταία πάνω στην ελληνική κοινωνία, όπως το ξεπούλημα των δημόσιων επιχειρήσεων, (ΔΕΗ, ΟΤΕ κ.λ.π.), η λεηλασία της φύσης με την εγκατάσταση ανεμογεννητριών-τεράτων που δεν προσφέρουν ούτε καν οικονομικά στον Έλληνα πολίτη, η απόπειρα που έγινε να επιβληθεί υποχρεωτικότητα σε μια ιατρική πράξη – «εμβολιασμό» – και που προς το παρόν αποσωβήθηκε με την ηρωϊκή αντίσταση ενός μικρού ποσοστού του νοσηλευτικού και ιατρικού κόσμου. Επίσης, η απόλυτη ασυδοσία των εταιρειών ασύρματων τηλεπικοινωνιών να τοποθετούν ανεξέλεγκτα παντού κεραίες και τελευταία τις πλέον επικίνδυνες 5G μέσα σε πυκνοκατοικημένες περιοχές παρά το ότι οι ακτινοβολίες αυτές έχουν πολύ επιεικώς χαρακτηρισθεί από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ως «πιθανά καρκινογενείς» και καταπατώντας κατάφορα την «Αρχή της Προφύλαξης» (Precautionary Principle) που αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο της Ευρωπαϊκής Δημοκρατίας και λέει ότι καμία νέα τεχνολογία δεν επιτρέπεται να εφαρμοσθεί αν αυτοί που την προωθούν δεν έχουν πρώτα αποδείξει πέραν πάσης αμφιβολίας την ασφάλειά της. Κάτι τέτοιο όχι μόνο δεν έχει γίνει, αλλά αντίθετα, όλοι οι ειδικοί επιστήμονες παγκοσμίως έχουν τεθεί κατά της εγκατάστασης του 5G. Αυτά για μένα αποτελούν εγκλήματα. Κόσμος πεθαίνει μαζικά τον τελευταίο χρόνο από «άγνωστες αιτίες» και δυστυχώς οι περισσότεροι, ακόμη και οι δικοί τους άνθρωποι, «σφυρίζουν αδιάφορα».

– Ως επιστήμονας έχετε κάποια συμβουλή να μας δώσετε που θα έκανε την ζωή μας καλύτερη ή ασφαλέστερη;
Να μάθουν όλοι να χρησιμοποιούν την τεχνολογία και συγκεκριμένα τις ασύρματες τηλεπικοινωνίες, που η ακτινοβολία τους είναι ότι πιο βλαπτικό για την υγεία μας, όσο το δυνατό λιγότερο και με ασφάλεια. Να μην επιτρέψουν την συνεχιζόμενη εγκατάσταση του 5G που είναι πολύ πιο βλαπτική από όλες τις προηγούμενες γενεές αυτής της τεχνολογίας. Να αγαπήσουν περισσότερο τη φύση και να την προστατεύουν από αυτούς που καίνε τα δάση ή στήνουν ανεμογεννήτριες-τέρατα. Να είναι επιφυλακτικοί σε οτιδήποτε προωθείται από το σύστημα, όπως στα διάφορα φαρμακευτικά σκευάσματα που δεν παράγονται πλέον από κρατικές φαρμακοβιομηχανίες, αλλά από ανεξέλεγκτες πανίσχυρες πολυεθνικές ιδιωτικές εταιρείες. Να είναι όλοι περισσότερο απλοί αλλά και υποψιασμένοι. Ζούμε στην εποχή που η αλήθεια αποκρύπτεται συστηματικά και θα πρέπει να μάθουν να την αναζητούν και να την ξεθάβουν χρησιμοποιώντας περισσότερο τη σκέψη αλλά και το ένστικτό τους. Να μην καθοδηγούνται άκριτα σαν κοπάδι από κανέναν και ειδικά από τους πολιτικούς. Να προσέχουν τι ψηφίζουν και να μην συμμετέχουν σε ρουσφέτια και διαπλοκή. Να αναδείξουν νέα κόμματα εκτός βουλής που να μην είναι ξεπουλημένα.

– Τέλος, τι έχετε να πείτε σε όλους αυτούς που, όπως εσείς παλιότερα, πιθανώς λένε σήμερα από μέσα τους «θέλω να αφιερώσω τον εαυτό μου στην μουσική»;
Θα τους έλεγα κατ’ αρχήν να φροντίσουν να είναι ο εαυτός τους σε ό,τι κάνουν. Να μην είναι δήθεν. Ό,τι κάνουν, να το κάνουν με αγάπη, να βρουν τι τους ταιριάζει και όντας ο εαυτός τους να στραφούν σε αυτό και να τα δώσουν όλα. “If you are going to try, go all the way”, έχει πει ένας ποιητής. Γίνεσαι πάντα αυτό που ονειρεύεσαι, αρκεί αυτό να ταιριάζει στη φύση σου και να προσπαθήσεις πραγματικά.