Σελίδες

Κυριακή 31 Δεκεμβρίου 2017

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΟΥ ΜΟΥ ΑΛΛΑΞΑΝ ΤΗ ΖΩΗ


Σχετική εικόνα

Το παρόν κείμενο γράφτηκε με αφορμή τη βράβευση μου ως
«Φύλακα της Βιοποικιλότητας της Μεσογείου» από τον Γενικό Διευθυντή του Bioversity International και το Δήμαρχο της Ρώμης στις 22 Μαΐου 2009.
Είμαι ένας κόκκος σταριού
κράτα με στη χούφτα σου
κλείσε τα μάτια σου
και άφησε με να σου διηγηθώ
την ιστορία της ζωής μου…

 Tον Ιανουάριο του 1991 ο φίλος μου Γιάννης Διαμαντόπουλος με ρώτησε αν θα ήθελα να αγοράσω ένα πακέτο με σπόρους που είχε φέρει από το εξωτερικό. Εκείνη την εποχή δεν είχα καθόλου χρήματα και οι πέντε χιλιάδες δραχμές (15ευρώ) που μου ζητούσε ήταν παρά πολλές για μένα. Παρόλα αυτά κάτι με οδήγησε να βρω τα χρήματα και να αγοράσω αυτούς τους σπόρους. Ο Γιάννης μου είπε ότι τους είχε αγοράσει από μια τράπεζα σπόρων από τις Η.Π.Α. Το πακέτο περιείχε μια σειρά από σπόρους και ρίζες από διάφορα φυτά από όλο τον κόσμο. Το εντυπωσιακό για μένα ήταν τα καλαμπόκια που ήταν χρωματιστά και ήταν από φυλές Ινδιάνων που είχαν εξαφανιστεί!!!

Το Σεπτέμβριο του 1992 μοίραζα τα προσκλητήρια γάμου του αδερφού μου, στη γενέτειρα μου τη Βαμβακούσα του νομού Σερρών. Στην αυλή ενός σπιτιού είδα ένα κοντόροκο μαύρο καλαμπόκι. Ρώτησα την ηλικιωμένη κυρία τι ήταν το καλαμπόκι που κρατούσε και μου είπε ότι με αυτό κάνει ποπ κορν στα εγγόνια της. Ζήτησα λίγους σπόρους και μου έδωσε ευχαρίστως. Μετά μου ήρθε η ιδέα: σε κάθε σπίτι που θα πήγαινα προσκλητήριο, να ζητώ να μου δίνουν σπόρους από δικές τους ποικιλίες. Έτσι και έγινε! Στο τέλος, αφού μοίρασα τα προσκλητήρια του γάμου, γέμισα μια αγκαλιά από καλαμπόκια, κολοκύθες, φασολιά κ.τ.λ. Αυτό ήταν το καλαμπόκι, που στάθηκε αφορμή να κάνω την πρώτη μου εξερευνητική αποστολή και μου άλλαξε τη ζωή. Από τότε πάντα είχα στο νου μου όπου πήγαινα να ρωτάω τι σπόρους καλλιεργούν. Στην πορεία άρχισα να ρωτάω και άλλα πράγματα όπως πώς τους μαγειρεύουν και πώς τους συντηρούν.

Από το 1991 είχα εντάξει αυτή τη δραστηριότητα μου μέσα στις δράσεις του Εργαστηρίου Οικολογικής Πρακτικής, της ομάδας που είχα ξεκινήσει το 1990 για την οικολογική γεωργία. Έτσι λοιπόν ξεκίνησα την πρώτη δράση σε μη κυβερνητικό επίπεδο για τις ντόπιες ποικιλίες.

   Το 1993 σε μια προσπάθεια να ζήσω κοντά στη φύση και πιο κοντά σε αυτά που πίστευα, εγκαταστάθηκα στο χωριό Δασωτό του Κ. Νευροκοπίου του Νομού Δράμας. Στο Δασωτό ζούσα σε ένα σπίτι χωρίς ηλεκτρικό ρεύμα και χωρίς χρήματα.

   Την άνοιξη του 1995 σε μια στιγμή προσωπικής κατάρρευσης, συνειδητοποίησα ότι το θέμα των ντόπιων ποικιλιών ήταν θέμα πρωταρχικής σημασίας για μένα. Έτσι ξεκίνησα το Πελίτι. (έχω πλέον αποχωρήσει από το Εργαστήρι Οικολογικής Πρακτικής, όπου μετεξελίχθηκε στον «Αιγιλόπα») Στο Δασωτό υπάρχει μια μεγάλη βελανιδιά,  μια βελανιδιά σημείο αναφοράς για τους κατοίκους του χωριού. Από αυτή τη βελανιδιά εμπνεύστηκα το όνομα «Πελίτι». Πήρα ένα κομμάτι χαρτί και έγραψα ένα γράμμα στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού, όπου έγραφα ότι δημιουργήθηκε το Πελίτι. Το Πελίτι ξεκίνησε ως προσωπική μου ανάγκη ώσπου σιγά  σιγά έγινε το σημείο αναφοράς άλλα και το μέσο έκφρασης πολλών ανθρώπων.

   Το πρώτο πράγμα που έκανα ήταν να αναζητήσω τους καλλιεργητές ντόπιων ποικιλιών. Τα ταξίδια γίνονταν χωρίς χρήματα, με τα πόδια, με ωτοστόπ ή με τη βοήθεια φίλων. Χρησιμοποιώντας το σπίτι στο Δασωτό ως βάση για τις δραστηριότητες μου,  πραγματοποίησα εκατοντάδες ταξίδια (στην αρχή στη Β. Ελλάδα, μια που ήταν και πιο εύκολο , και αργότερα σε όλη την Ελλάδα).

Αρχικά ξεκίνησα να ερευνώ τα χωριά της περιοχής του Κάτω Νευροκοπίου. Τα αποτελέσματα της έρευνας ήταν εντυπωσιακά: αν και τα χωριά βρίσκονταν σε κοντινή απόσταση μεταξύ τους, είχαν πολλές διαφορετικές ποικιλίες. Κάθε πρωί έφευγα  από το σπίτι και  πήγαινα σε  χωριά για τα οποία είχα πληροφορίες πως κρατούν δικούς τους σπόρους και το βράδυ επέστρεφα. Κάθε μέρα διένυα διακόσια, τριακόσια ή και περισσότερα χιλιόμετρα με ωτοστόπ. Ταξίδευα με απόλυτη ασφάλεια και με τεράστια επιτυχία.

   Μέσα απ’ αυτά τα ταξίδια έμαθα πολλά: έμαθα ότι τα πράγματα που συναντάμε μπροστά μας τα έχουμε μέσα στο κεφάλι μας. Έμαθα ότι τίποτα δεν είναι τυχαίο. Έμαθα ότι όταν αποφασίσουμε να κάνουμε κάτι, «όλο το σύμπαν συνωμοτεί για να τα καταφέρουμε». Έμαθα ότι δεν έχουμε να φοβηθούμε κανέναν εκτός από τον ίδιο μας τον εαυτό. Έμαθα ότι είμαστε σημαντικοί και σπουδαίοι παρά την όποια οικονομική μας θέση.

   Το 1997 ήταν η χρονιά που πραγματοποίησα τα περισσότερα ταξίδια. Τα ταξίδια ξεκίνησαν στις αρχές του Μάρτη και σταμάτησαν στις αρχές του Οκτώβριου. Ξεκίνησα από τη βόρεια Ελλάδα και έφτασα ως την κεντρική. Ήταν μια συναρπαστική εμπειρία.  Στα μέσα του Μάρτη περίπου ,  πήγα στα πομακικά χωριά του Ν. Ξάνθης. Οι Πομάκοι είναι μια ομάδα πληθυσμού που ζει από την αρχαιότητα στην οροσειρά της Ροδόπης, (στην Ελλάδα και στη Βουλγαρία).

Πολιτικοί, θρησκευτικοί, γλωσσικοί και άλλοι λόγοι τους οδήγησαν σε μια απομόνωση. Στην αρχή πήγα μόνος και  όλοι μου λέγανε ότι δεν έχουν πλέον σπόρους.  Μετά όμως  πήγα με τους δασκάλους και τους γιατρούς της περιοχής και κατάφερα να βρω κάποια λίγα πράγματα. Τον Αύγουστο του 1997 πήγα στους φίλους Πομάκους ενός φίλου μου. Τότε έγινε η «αποκάλυψη»! Βρήκαμε φυτά, σπόρους και αυτόχθονα αγροτικά ζώα. Εκεί ήταν που βρήκα ανοιξιάτικη σίκαλη. Από τότε κρατάω τη σχέση με τους ανθρώπους και είναι μια πηγή σπόρων γνώσεων και όχι μόνο. Το φθινόπωρο του 1997 πραγματοποίησα την πρώτη μεγάλη εκδήλωση στη Θεσσαλονίκη για να παρουσιάσω τις εξερευνητικές αποστολές και τους σπόρους που βρήκα. Επίσης κυκλοφόρησαν και τα πρώτα δεμένα έντυπα του Πελίτι, μιας και  ως τότε όλα τα κείμενα του Πελίτι ήταν σε φωτοτυπίες.

   Το 1998 εργάστηκα στο Ινστιτούτο Σιτηρών στη Θεσσαλονίκη στο πρόγραμμα αξιοποίησης των ντόπιων πληθυσμών καλαμποκιού. Ήταν μια μεγάλη εμπειρία για μένα βλέποντας  όλους τους πληθυσμούς που κρατάει το Ινστιτούτο άλλα και τη διατήρηση των σπόρων στον αγρό και στα ψυγεία κ.τ.λ.

   Την άνοιξη του 1998 συμμετείχα σ’ ένα σεμινάριο τριών εβδομάδων για τη βιοποικιλότητα στα Χανιά της Κρήτης. Αυτό το σεμινάριο στάθηκε αφορμή για να πραγματοποιήσω και τα πρώτα ταξίδια στην Κρήτη. Τα πράγματα που συνάντησα και είδα με γέμισαν απελπισία. Σήμερα η κατάσταση στην Κρήτη θεωρώ ότι έχει αλλάξει προς το καλύτερο.

   Το 1999 ζώντας στο χωριό Κάρπη του Νομού Κιλκίς είδα τους σπόρους που μάζεψα με πολύ κόπο να καταστρέφονται. Μετά από κάθε ταξίδι ένα μέρος των σπόρων το μοίραζα σε καλλιεργητές στην Τράπεζα Γενετικού Υλικού και ένα μέρος το κρατούσα εγώ. Είχα συγκεντρώσει περίπου 1200 ποικιλίες. Στην προσπάθεια να κρατηθούν οι σπόροι πρότεινα να γίνει μια συνάντηση για να μοιράσω τις ποικιλίες. Τότε πραγματοποίησα δύο συναντήσεις  που σήμερα μετεξελίχθηκαν στην Πανελλαδική Γιορτή Ανταλλαγής Ντόπιων Ποικιλιών και έρχονται χιλιάδες άνθρωποι να πάρουν σπόρους. Το πρόβλημα όμως δε λύθηκε με τους σπόρους που είχα στα χέρια μου. Υπήρχαν πολλά θέματα που έπρεπε να λυθούν.

   Το φθινόπωρο του 1999 αναζητώντας παραδοσιακές ποικιλίες πατάτας στα πομακοχώρια του νομού Ροδόπης περάσαμε από μια περιοχή που με κάλεσε για να εγκατασταθώ. Ενώ είχα είδη επισκεφτεί απομονωμένους οικισμούς σε άλλες περιοχές της χώρας μας, αυτό που είδα δεν το πίστευα. Εκεί όλος ο οικισμός , περίπου δέκα διάσπαρτα σπίτια μέσα στο βουνό , ήταν χωρίς ρεύμα, τηλέφωνο, τηλεόραση κ.τ.λ. Μέσα από μια σειρά συμπτώσεων  κατάφερα μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να νοικιάσω σπίτι και να μετακομίσω στο Σουμάκ. Εκεί ακολούθησα τον κύκλο των εργασιών τους. Οι άνθρωποι καλλιεργούσαν και κρατούσαν τους δικούς τους σπόρους και λόγω της παράδοσης αλλά και λόγω των συνθηκών απομόνωσης που επικρατούσαν στην περιοχή. Δεν υπήρχαν κοντά μαγαζιά να καλύψουν τις ανάγκες τους αλλά ούτε και τα χρήματα για να αγοράσουν από τα μαγαζιά. Ήταν κυρίως αυτάρκεις. Εκεί κάθε σπίτι είχε τις δικές του ποικιλίες ενώ υπήρχαν σπίτια που είχαν ως και 17 ποικιλίες λαχανικών. Παρατηρούσα τις γυναίκες με πόση μεγάλη επιμέλεια κρατούσαν τους σπόρους τους, γιατί οι γυναίκες είναι οι φύλακες των σπόρων.

   Εκείνη την περίοδο πραγματοποιήσαμε με φίλους ένα ταξίδι στη νότια Βουλγαρία για να δούμε τι σπόρους καλλιεργούν οι συγγενείς τους από την άλλη μεριά των συνόρων. Ο βαθμός αυτάρκειας από τη μεριά της Βουλγαρίας ήταν ακόμη πιο μεγάλος μια που οι οικονομικές συνθήκες της περιοχής   ήταν ακόμη πιο δύσκολες. Μέσα από μια σειρά γεγονότων σε εκείνο το ταξίδι συνειδητοποίησα ότι το σημαντικό δεν είναι να κρατάμε τους δικούς μας σπόρους αλλά να είμαστε καλοί άνθρωποι. Συνειδητοποίησα ότι για να σωθούν οι σπόροι θα πρέπει να κάνουμε εσωτερικές αλλαγές. Δεν αρκεί να τους μαζεύουμε και να τους καλλιεργούμε αλλά να κάνουμε μια γενικότερη αλλαγή.

Το 2000 πρότεινα τη δημιουργία ενός δικτύου καλλιεργητών ντόπιων ποικιλιών στο οποίο  θα δημοσιεύονταν τα ονόματα των καλλιεργητών,  οι ποικιλίες , κ.α, ενώ  όποιος ήθελε θα μπορούσε να απευθυνθεί κατευθείαν στους καλλιεργητές για να βρει σπόρους. Έτσι ξεκίνησε το δίκτυο «Κατά τόπους αγροκτήματα για τη διαφύλαξη των ντόπιων ποικιλιών και των αυτόχθονων αγροτικών ζώων». Σήμερα στο δίκτυο συμμετέχουν 142 αγρότες και 18 κτηνοτρόφοι. Κάθε Σεπτέμβριο εκδίδεται το ομώνυμο περιοδικό όπου ανανεώνονται τα ονόματα των καλλιεργητών και των κτηνοτρόφων.

   Το 2002 πρότεινα στο δάσκαλο Νίκο Δομπάζη να κάνουμε μια εκδήλωση με τους μαθητές του στην κεντρική πλατεία της Κομοτηνής ενώ επίσης πρότεινα  την 7η Απριλίου ως μέρα για τις ντόπιες ποικιλίες στην Ελλάδα. Χρειαζόμασταν μια αφορμή για να βγούμε στους δρόμους με φυτά και να συντονίσουμε και άλλους ανθρώπους στο στόχο μας.

   Την ίδια χρονιά γνώρισα τη γυναίκα μου Σοφία Γίδα. Ήταν εθελόντρια για το Πελίτι, συσκεύαζε σπόρους καλαμποκιού. Χάρη στη βοήθεια της Σοφίας το Πελίτι πήγε πολύ ψηλά.

   Τον Αύγουστο του 2003 πραγματοποιήθηκε μια ιστορική αποστολή στα πομακοχώρια του Ν. Ξάνθης. Μαζί με τον φίλο φωτογράφο Άρη Παύλο ξεκινήσαμε να πάμε στο Καλότυχο, έναν απομονωμένο οικισμό στον οποίο δεν έφτανε αυτοκίνητο. Έπρεπε να περπατήσουμε δύο ώρες με τα πόδια. Εμείς περπατούσαμε μια ολόκληρη μέρα γιατί χαθήκαμε πολλές φορές στο δρόμο αλλά στο τέλος φτάσαμε στον οικισμό έχοντας οδηγό ένα γαϊδούρι. Από αυτήν την αποστολή μαζέψαμε σπόρους από διαφορά λαχανικά αλλά αυτό που έμεινε είναι οι φωτογραφίες του Άρη που έγιναν σύμβολο και κάνουν το γύρο του κόσμου. Μετά από εμάς,  επισκέφτηκε τον οικισμό ένα τηλεοπτικό συνεργείο και μέσα σε ελάχιστο χρόνο άνοιξε ο δρόμος για το Καλότυχο.

   Από το 2003 ζούμε μαζί με τη Σοφία και το γιο μας στο Μεσοχώρι του Δήμου Παρανεστίου. Από εδώ συντονίζουμε όλες τις δράσεις του Πελίτι. Τώρα ασχολούμαστε περισσότερο με ομιλίες, εκδηλώσεις, παρουσιάσεις σε σχολεία, μοιράζουμε περίπου 8000 φακελάκια με σπόρους κάθε χρόνο και πάνω από 6.000 χιλιάδες φυτά. Οι σπόροι μας έρχονται από καλλιεργητές που συνεργάζονται μαζί μας απ’ όλη τη χώρα , τους συσκευάζουμε και τους στέλνουμε σε όποιους μας τους ζητούν ενώ παράλληλα τα φυτά γίνονται σε συνεργασία με φυτώρια και με μαθητές.

   Οι σπόροι και τα φυτά είναι δωρεάν, το Πελίτι ζει οικονομικά από τις εκδόσεις των εντύπων, από τους οικονομικούς του υποστηρικτές κ.α.

Στις 27 Ιανουαρίου 2009 αναρτήθηκε ένα κείμενο στην ιστοσελίδα του Πελίτι που ανακοινώνουμε ότι θα χτίσουμε το πρώτο κτίρια του Πελίτι. Αυτό είναι το επόμενο βήμα που θέλουμε να κάνουμε. Νιώθουμε ότι πρέπει το Πελίτι να αποκτήσει δικά του κτίρια, γη και εξοπλισμό για να  μπορέσει να ανταπεξέλθει στις ανάγκες που υπάρχουν. Το θέμα των σπόρων είναι το κύριο ζήτημα του Πελίτι και γύρω από αυτό  το θέμα θέλουμε να δημιουργηθεί μια κοινότητα ανθρώπων. Το Πελίτι είναι μια κοινότητα ανθρώπων αλλά είναι διάσπαρτη στην Ελλάδα. Θέλουμε να μαζευτούμε σ’ έναν τόπο γιατί έτσι αντιμετωπίζονται πιο εύκολα τα ζητήματα που έχουμε στην καθημερινότητα μας, κοινωνικά, οικονομικά, κ.τ.λ.

   Το πρώτο βήμα μας ήταν να αγοράσουμε ένα κομμάτι γης. Πριν λίγο καιρό κυκλοφόρησε ένα διπλό cd με τίτλο «τραγουδώντας για το Πελίτι», στο cd συμμετέχουν 130 μουσικοί, καλλιτέχνες κ.α. , όλοι σε εθελοντική βάση. Τα έσοδα από το cd θα δοθούν για το πρώτο κτίρια του Πελίτι.

   Ότι δημιούργησε ο άνθρωπος πρώτα πέρασε από τη φαντασία του, τα ρούχα που φοράμε, ο υπολογιστής που έχουμε μπροστά μας, τα σπίτια που ζούμε, το αυτοκίνητο που οδηγούμε  Όλα στην αρχή φάνταζαν άπιαστα όνειρα, με επιμονή και υπομονή  όμως, έγιναν πραγματικότητα. Έτσι και η δική μας κοινότητα με υπομονή και επιμονή μεγαλώνει και είναι μια πραγματικότητα.

   Από χέρι σε χέρι και από γενιά σε γενιά για να μη χάσουμε αύριο αυτά που έχουμε σήμερα.

Με εκτίμηση Παναγιώτης Σαϊνατούδης

Πηγή