Σελίδες

Τρίτη 27 Οκτωβρίου 2020

Η ΦΩΝΗ ΑΠΕΛΠΙΣΜΕΝΗ ΟΥΡΛΙΑΖΕΙ ....

 

Η φωνή απελπισμένη ουρλιάζει,
ουρλιάζει όλο και πιο έντονα, μέσα απ τα στήθη,
ξύπνα επιτέλους ανθρωπάκο λέει,
φτάσαμε,
φτάσαμε στο χείλος του γκρεμού,
ή τώρα ή ποτέ,
άλλη πίστωση χρόνου δεν σου χαρίζει η ζωή,
για αιώνες μαραίνεσαι και σαπίζεις μέσα σε βάλτους,
αληθινούς ή ψεύτικους λίγη σημασία έχει,
για αιώνες ζεις σαν το πρόβατο μέσα σε μαντριά
να σε γαυγίζουν τα σκυλιά του νόμου,
να σε διατάζει ο κάθε αρρωστημένος τσομπάνης για ότι του κατεβάσει το άθλιο μυαλό του,
κι εσύ να συμμορφώνεσαι και να υπακούς,
να διαμαρτύρεσαι προβλέψιμα,
η νοημοσύνη σου αποσυντίθεται μέσα στη συνήθεια,
κάθε μέρα η ίδια άνοστη τροφή,
μηχανική ζωή, μηχανικές σχέσεις, μηχανικές αντιδράσεις,
πουθενά φαντασία,
το παιδί κρύφτηκε τρομαγμένο κάτω απ το τραπέζι,
καλογυαλισμένα παπούτσια βλέπει γύρω,
ξύπνα επιτέλους ανθρωπάκο,
αιώνες σε στύβουνε σα λεμονόκουπα και σου ρουφάνε τους χυμούς,
την ηθική, τη συναίσθηση, τη νοημοσύνη, τη δημιουργία, την περιέργεια τη φαντασία,
αιώνες τώρα οι αξίες που σε προίκισε η φύση αφυδατώνονται απότιστες,
χωρίς μοιρασιά,
κι όταν οι αξίες δεν μοιράζονται σαπίζουν ανθρωπάκο,
ξεστραβώσου, βγάλε τα φίλτρα,
δεν είσαι παρά ένας αριθμός στα κρατικά μητρώα,
ένα στατιστικό λάθος στους υπολογισμούς τους,
σε διαγράφουν ότι ώρα τους καπνίσει,
η φωνή που ουρλιάζει μέσα σου γνωρίζει καλά πια
γιατί οι πληροφορίες της έρχονται ακατέργαστες
μέσα απ το συλλογικό ασυνείδητο,
μα εσύ φοβάσαι να γνωρίζεις,
δεν θες την αλήθεια,
έχεις μάθει να αντιλαμβάνεσαι τον κόσμο μόνο μέσα από επινοημένες ιστορίες,
δεν σε νοιάζει αν είναι αληθινές ιστορίες,
μονάχα να λέγονται ωραία και πειστικά,
γεμίσαν τα μπαλκόνια του κόσμου με μουγκούς ρήτορες και κουφούς αυλικούς,
ξύπνα ανθρωπάκο,
όλες σου οι αρτηρίες έχουνε φράξει από τους τόνους του ιδεολογικού λίπους που σε τάισαν οι τσομπάνηδες,
η καρδιά σου αγκομαχά,
ο εγκέφαλος δεν οξυγονώνεται,
δεν βρίσκεις νόημα,
σ έφτασαν επιτέλους στο σημείο που δεν έχεις να χάσεις τίποτα
μόνο να κερδίσεις
αν τολμήσεις να κοιτάξεις κατάματα το φως,
και ίσως να πονέσουνε τα μάτια,
να δακρύσουνε από τον τόσο καιρό μέσα στη σκοτεινιά,
μην αποστρέψεις για άλλη μια φορά το βλέμμα,
τόλμα ανθρωπάκο,
πάρε τη ζωή που σου αναλογεί από τα βρώμικα χέρια τους