Σελίδες

Τετάρτη 13 Δεκεμβρίου 2017

Η ΤΡΑΓΙΚΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ



Ο Έλληνας παρουσιάζεται σαν εύπιστος, ανεύθυνος και ότι ψάχνει πάντα κάποιον να πιαστεί, ενώ μπορεί να σταθεί μόνος του.
Σε τι μπορούμε να αποδώσουμε αυτή την στάση ζωής; Στο σχολείο; Στην κοινωνία; Στην πολιτική; Εγώ θα την απέδιδα πρωτίστως στην οικογένεια.

Στην οικογένεια ο κάθε πολίτης ξεκινάει την ζωή του και αρχίζει να αναγνωρίζει τον εαυτό του μέσα από τα μάτια των άλλων. Μέσα στην οικογένεια κατασκευάζεται σαν τέτοιος, δηλαδή ανεπαρκής, φοβισμένος και μόνος. Όχι σαν μια πραγματικότητα που φτιάχνει ο ίδιος , αλλά σαν μια οικογενειακή διαδικασία γνωσιο-συναισθηματική, που διαδραματίζεται κατά την διάρκεια της ανάπτυξής του.
Ο πολίτης είναι κατ΄ αρχάς το προϊόν οικογενειακών διαδικασιών και μετά κοινωνικών. Διαδικασιών, οι οποίες τον ορίζουν σαν ατελές υποκείμενο, το οποίο χρειάζεται πάντα την παρουσία των γονιών του. Δεν πρέπει να φοβόμαστε να πούμε ότι οι οικογένειες εργάζονται ανελλιπώς για την καθυπόταξη του παιδιού τους, πρώτα στις αποφάσεις τις δικές τους και μετά των κοινωνικών προτύπων που συγγενεύουν, όπως των δασκάλων των αφεντικών, των πολιτικών.

Η κατάσταση αυτή μπορεί να θεωρειθεί τραγική για το "παιδί". Η τραγικότητα έγκειται στην συνειδητοποίηση της αντιμετώπισης του σαν ένα ανάπηρο, κοινωνικά άτομο που χρειάζεται πάντα κάποιο άλλον σαν στήριγμα, για να μπορεί να αντιμετωπίσει  τον "αγώνα" ζωής. Σ΄ αυτό τον "αγώνα" οι γονείς θέλοντας να τ' απαλλάξουν από τα βάρη του, το απάλλαζουν και από τον ίδιο του τον εαυτό. Δηλαδή δεν του προσφέρουν την δυνατότητα, στις περισσότερες περιπτώσεις, να διαχειριστεί την ζωή του και δεν του επέτρεπουν είτε με την υπέρ-προστατευτικότητα, είτε με την αδιαφορία, να γνωρίσει αυτό που είναι, έτσι ώστε να μπορέσει να κατασκευάσει την καθημερινότητα του με τα νοήματα και την σημασία που το ίδιο θα απέδιδε από την εμπειρία του μέσα σε αυτή.
Θα πρέπει να μιλήσουμε για μια καλά κρυμμένη - πίσω από την παχύρρευστη ανησυχία των γονέων - τάση εξουσίας, που πραγματώνεται επάνω στα "παιδιά" τους με τέτοιο τρόπο ώστε να καταστούν την παρουσία τους αναγκαία ακόμα και στην ενήλική ζωή τους.

Άρα πρέπει να ξεφύγουμε λιγάκι - όσο μπορούμε - από αυτή την ρομαντικά καλή μορφή της οικογένειας και να μιλήσουμε για την καλυμμένη, ήδη καθυπόταξη του παιδιού μέσα στο σ΄ αυτή και για την προετοιμασία του στην ανεπάρκεια και την συνεχή άσχημη εξάρτηση από τον άλλον. Έτσι μπορούμε να φανταστούμε σύμφωνα με τις παραπάνω συνθήκες, τι το περιμένει στο μέλλον.
Η ελληνική οικογένεια μέσω της φροντίδας της κατάφερε να κατασκευάσει πολίτες οι οποίοι δεν στηρίζονται στα δικά γνώσιο-συναισθηματικά δεδομένα, διότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στον εαυτό τους και τις περισσότερες φορές, ο εαυτός γίνεται το πεδίο μιας σύγκρουσης εσωτερικής και εξωτερικής που την ονομάζουν “Εγώ”. Ενα "'Εγώ" υπερφίαλο που δεν δέχεται την ανεπάρκειά του, αν και την γνωρίζει πολύ καλά.

Στις διασυνδέσεις με την οικογένεια αυτό το "'Εγώ" αποτελεί πάντα την απόδειξη της εξουσίας της, αναπαράγουν την ανεπάρκεια του, όχι μόνο μέσα σε αυτή, αλλά και σε άλλα πλαίσια σχέσεων μετά από αυτή. Έτσι η απομάκρυνση του αποτελεί ένα τεράστιο πρόβλημα, αλλά και η παραμονή κοντά της δημιουργεί άλλης υφής προβλήματα.

Με αυτό τον τρόπο οι γονείς καλλιεργούνκαι προβάλλουν την ανικανότητα του "παιδιού" τους ενώ συγχρόνως, κρύβουν την δική τους ανικανότητα να ζήσουν μόνοι. Κρύβουν λοιπόν την δική τους ανεπάρκεια, προβάλλοντας την σαν ανεπάρκεια των παιδιών τους. Την δική τους ανάγκη στήριξης σαν ναγκη στήριξης των παιδιών τους. Το ίδιο κάνουν και με τον φόβο, τους, προβάλλοντας τον σαν φόβο τους σαν φόβο των "παιδιών" τους.
Σε αυτή την περίπτωση η αυτοπεποίθηση όσο και η αυτοεκτίμηση του υποκειμένου δεν είναι το αποτέλεσμα κριτικής σκέψης και αναστοχασμού γύρω από τα συμβάντα της ζωής του, μέσα από τα οποία μπορεί να αποκτήσει πείρα και να αυτό-διδαχτεί από αυτή. Συνήθως όλες αυτές οι διαδικασίες του εαυτού σε γνωσιακό και ψυχολογικό επίπεδο  δεν θεωρούνται τόσο σημαντικές όσο θεωρείται σημαντική, η γνώμη των άλλων και μάλιστα των γονέων.

Καταλαβαίνουμε λοιπόν ότι η οικογένεια δεν μπορεί να ενδυναμώσει το παιδί της και να το οδηγήσει στην αυτονομία, αλλά αντίθετα καλλιεργεί συνεχώς την εξάρτηση και πάνω σε αυτή κατασκευάζει τον πολίτη του μέλλοντος με σκοπό την δική της “βασιλεία”. Σκοπό που αδυνατεί να συνειδητοποιήσει.
Αυτό εκφράζεται επίσης από ένα άλλο στοιχείο που εμφανίζει την σημαντικότητα του μέσα από την απουσία του. Μιλάμε για το "δικαίωμα" μέσα από το οποίο  αναγνωρίζεται στο "παιδί" η ικανότητα ν΄αποφασίζει και να κάνει πράξη τις επιθυμίες και τα όνειρά του χωρίς την παρμβολή των άλλων.

Σε αυτό το σημείο θα μου επιτρέψετε να πω, ότι το "δικαιώμα" και ελληνική οικογένεια δεν κατάφεραν ποτέ να έχουν μια ευχάριστη συμβίωση. Το "δικαιώμα" σαν στοιχείο θεωρείται “παράλογο” μέσα στην οικογένεια. Σαν να αγνοούν ηθελημένα οι γονείς αυτό το χώρο-χρόνο που εκφράζεται το “δικαίωμα” του "παιδιού" το οποίο έχει άμεση σχέση, από την μια, με την λειτουργία της οικογένειας και από την άλλη, με την δυνατότητα έκφρασης του “ιδιωτικού”, του προσωπικού που προσφέρει στα μέλη της.
Το "δικαιώμα" σαν στοιχείο στην οικογένεια στην καλύτερη περίπτωση εκλαμβάνεται σαν μια σαχλαμάρα και στην χειρότερη σαν μια ύβρις. Έτσι φαίνεται ότι η Ελληνική οικογένεια ασκεί ένα είδος λογοκρισίας και ιδιοκτησίας στα παιδιά της με τέτοιο τρόπο ώστε να αδυνατούν να πάρουν το λόγο και να υπερασπιστούν αυτό που σκέπτονται όπως επίσης να πάρουν το ρίσκο, να δοκιμάσουν και να αποφασίσουν για τον εαυτό τους, αυτό που θέλουν , όπως το θέλουν.
Αυτές όλες λοιπόν οι απαιτήσεις της οικογένειας καλύπτονται, όπως είπα, από ένα παχύ αποπνικτικό στρώμα ενδιαφέροντος και φροντίδας το οποίο καθορίζει την σημαντικότητα των καταστάσεων που αφορούν το "παιδί" της και διαμορφώνουν τις συνθήκες της "αποτυχίας" του. Βέβαια οι οικογενειακές συνθήκες εμφανίζονται πάντα σαν προσπάθεια δημιουργίας ασφαλείας, σταθερότητας, εκπέμποντας μια σιγουριά, ετοιμάζοντας συγχρόνως το "βόλεμα" των μελλοντικών γενεών.
Το "βόλεμα" λοιπόν δεν είναι στοιχείο του κάθε πολίτη, αλλά πρωταρχικά στοιχείο της οικογένειας. Το "βόλεμα" είναι ισχύ της οικογένειας να καθορίσει την ψυχοκοινωνική ανάπτυξη του παιδιού της, υποβιβάζοντας το. Και αυτή την επέμβαση “βοήθειας” την συναντάμε στο μελλοντικό πολίτη σε όλα τα στάδια της ανάπτυξής του με διαφορετική μορφή κάθε φορά.

Διαφορετική στην παιδική ηλικία, διαφορετική στην εφηβεία, διαφορετική στην ενήλικη ζωή. Αυτή όμως η διαμορφούμενη κατάσταση δεν μένει μόνο στην οικογένεια, αλλά διαχέεται σαν εξουσιαστική νοοτροπία σε όλες τις εκφάνσεις την κοινωνικής ζωής όπως στο χώρο -χρόνο της εργασίας, της πολιτικής και εν γένει κοινωνικές διαδικασίες. Με αυτό τον τρόπο διαμορφώνεται η προσωπικότητα του κάθε Έλληνα, σαν ημιτελές υποκείμενο που αναζητά την ολοκλήρωσή του διαμέσου της υποταγής του.
Είναι λοιπόν τόσο δυνατή αυτή η νοοτροπία, ώστε να έχει δημιουργήσει την τραγικότητα του Έλληνα σαν πολίτη, σαν κατάσταση ανεπάρκειας  την οποία συνεχίζει να αναπαράγει , μετατρέποντας την σε εξυπνάδα. Δηλαδή η ικανότητα αποφυγής, παραίτησης, ανευθυνότητας και εξάρτησης δεν λαμβάνεται σαν καταστάση υποτίμησης του εαυτού του, αλλά εκλογικευoντας την, αναγνωρίζεται σαν αξία που διαπερνά το υποκείμενο και την κοινωνία, οδηγώντας τόσο αυτό όσο και αυτή σε προσωπικό και κοινωνικό αδιέξοδο.

Κερεντζής Λάμπρος - Ψυχοπαιδαγωγός, Οικογενειακός Θεραπευτής
φωτό:  από την  «Μήδεια» του Κιμούλη


Πηγή